ΚΟΣΜΟΣ
Νέα διαμάχη στις ΗΠΑ για το όριο δανεισμού
Ελλοχεύουν κίνδυνοι για τεχνητή στάση πληρωμών από την υπερδύναμη
SHARE:
Για μία ακόμη φορά επανελήφθη χθες η διελκυστίνδα ανάμεσα στα δύο κόμματα του αμερικανικού Κογκρέσου, με αντικείμενο το όριο δανεισμού της υπερδύναμης. Από την έκβαση αυτής της διαμάχης θα γίνει εντός των ωρών γνωστό κατά πόσον η μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη θα μείνει χωρίς μετρητά και δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει τα χρέη της.
Αν δεν γεφυρώσουν Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί τις διαφωνίες τους ως προς το αν πρέπει να συνοδεύουν περικοπές δαπανών την αύξηση του ορίου δανεισμού των ΗΠΑ, που επί του παρόντος βρίσκεται στα 28,5 τρισ. δολάρια, τότε μπορεί για μία ακόμη φορά να ανασταλεί η λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών. Να επαναληφθεί δηλαδή για τέταρτη φορά η αλλόκοτη αυτή εξέλιξη, που έχει ήδη λάβει χώρα τρεις φορές μέσα στην τελευταία δεκαετία. «Κάθε φορά αυτά τα χάλια», σχολιάζει μιλώντας στο Reuters ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στην επιτροπή χρηματοδότησης της Γερουσίας, Μάικ Κράπο, όταν ερωτάται για τη διαδικασία αύξησης του ορίου δανεισμού των ΗΠΑ. Τόνισε πως στις σχεδόν τρεις δεκαετίες της θητείας του στο Κογκρέσο έχει ζητήσει επανειλημμένως περικοπές δαπανών στο πλαίσιο αυτής της διαπραγμάτευσης και προσέθεσε πως το ίδιο θα κάνει και τώρα. Ωστόσο, ούτε ο ίδιος ο κ. Κράπο ούτε άλλος Ρεπουμπλικανός έχει επικαλεστεί αυτή τη φορά τον κίνδυνο να ανασταλεί ξανά η λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών. Στο μεταξύ, οι Δημοκρατικοί επιμένουν σε μια «καθαρή» αύξηση του ορίου δανεισμού των ΗΠΑ, η οποία δεν θα συνοδεύεται από περικοπές δαπανών. Από τεχνικής απόψεως στις 31 Ιουλίου το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών θα βρεθεί αντιμέτωπο με το θεσμοθετημένο όριο του δανεισμού της χώρας.
Οπως ακριβώς συμβαίνει με μια πιστωτική κάρτα, το όριο του δανεισμού είναι το ποσό που μπορεί να δανειστεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της, όπως τις πληρωμές του προσωπικού των ενόπλων δυνάμεων, τις φοροαπαλλαγές σε ορισμένες κατηγορίες πληθυσμού αλλά ακόμη και τα επιτόκια στο χρέος των ΗΠΑ. Εφόσον η αμερικανική κυβέρνηση δαπανά περισσότερα από όσα εισπράττει, από καιρού εις καιρόν αναγκάζεται να καταφεύγει στον δανεισμό, που συνήθως αυξάνεται συστηματικά. Αν το Κογκρέσο δεν αποφασίσει αύξηση του ορίου δανεισμού, τότε η υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, οφείλει να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για να αποτραπεί μια –τεχνητή βέβαια– πτώχευση των ΗΠΑ. Αυτά τα μέτρα μπορούν να εφαρμοστούν και να είναι αποτελεσματικά μόνο για μια σύντομη περίοδο. Αναμένεται άμεσα να ανακοινώσει η επιτροπή προϋπολογισμού του Κογκρέσου τις εκτιμήσεις της για το πότε δεν θα μπορεί πραγματικά η αμερικανική κυβέρνηση να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της.
Οι Δημοκρατικοί εξετάζουν διάφορες δυνατότητες για να αποφύγουν τα προβλήματα που απορρέουν από το ζήτημα του ορίου δανεισμού των ΗΠΑ. Ελλείψει συμβιβασμού θα επαναληφθεί η αναστολή λειτουργίας της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως έγινε το 2013, τον Ιανουάριο του 2018 και όπως τις 35 ημέρες που μεσολάβησαν από τα τέλη Δεκεμβρίου 2018 μέχρι τον Ιανουάριο του 2019.
Τις περιόδους εκείνες έπαιξαν κάποιο ρόλο και άλλοι παράγοντες. Ενδεικτική της ανησυχίας που επικρατεί στη Wall Street για το ενδεχόμενο μιας τεχνητής στάσης πληρωμών από πλευράς της υπερδύναμης ήταν και η άνοδος που σημείωσαν οι αποδόσεις του βραχυπρόθεσμου χρέους των ΗΠΑ, φτάνοντας στο 0,05%, ενώ είχαν παραμείνει σε μηδενικά επίπεδα από την αρχή της πανδημίας. Η συνεργασία και συναίνεση των Ρεπουμπλικανών είναι αναγκαία για να συμφωνηθεί η αύξηση του ορίου δανεισμού, δεδομένου ότι στη Γερουσία ουσιαστικά τα δύο κόμματα είναι ισοδύναμα και για να ψηφισθεί νόμος χρειάζεται πλειοψηφία.
«Κανείς δεν μπορεί να κρατάει όμηρο την οικονομία μας, ιδιαιτέρως όταν είναι σε τόσο εύθραυστη κατάσταση όπως τώρα», σχολίασε σχετικά ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρον Γουάιντεν, πρόεδρος της επιτροπής χρηματοδότησης που εποπτεύει το όριο του δανεισμού. Το Κογκρέσο πρέπει, άλλωστε, να εγκρίνει μέτρα ύψους 5,7 τρισ. δολαρίων για την αντιμετώπιση του οικονομικού αντίκτυπου της πανδημίας, που έχουν αποφασιστεί από τις αρχές του 2020. Και στο μεταξύ οι Δημοκρατικοί ασκούν πιέσεις για επενδύσεις άνω των 4 τρισ. δολαρίων σε έργα υποδομής, μολονότι το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ έχει φτάσει φέτος μόνον τα 3 τρισ. δολάρια. Σύμφωνα, όμως, με ομάδα εννέα συντηρητικών Ρεπουμπλικανών, «θα υπάρξει η ημέρα του απολογισμού αν δεν βάλουμε σε τάξη τα δημοσιονομικά μας». Αυτού του είδους η επιχειρηματολογία εξοργίζει τους Δημοκρατικούς, δεδομένου ότι αποφάσισαν πολύ εύκολα να αυξήσουν το όριο του δανεισμού τόσο το 2018 όσο και το 2019, όταν ήταν πρόεδρος ο Ρεπουμπλικανός Ντόναλντ Τραμπ και αφού είχαν ήδη συναινέσει σε σαρωτικές φοροαπαλλαγές προς τους πλουσίους, οι οποίες θα αύξαναν το χρέος της υπερδύναμης κατά 1,8 τρισ. δολάρια.