Όταν η Ντανιέλα Βιτσίνο άρχισε να διδάσκει στη Σικελία πριν από καμιά τριανταριά χρόνια, είχε τριάντα μαθητές στην τάξη. Σήμερα ο αριθμός αυτός έχει πέσει περίπου στο μισό λόγω της μείωσης του ποσοστού γεννητικότητας.
Σήμερα είναι "το πολύ 18-20, ακόμη και 15-16 σε ορισμένες περιπτώσεις", εξηγεί στο AFP από το Καλτατζιρόνε, μια πόλη στη νοτιοανατολική Σικελία. "Είναι πολύ θλιβερό", προσθέτει.
Η Ιταλία έχει εδώ και καιρό ένα από τα πιο χαμηλά ποσοστά γεννητικότητας στην Ευρώπη, αλλά η κατάσταση έγινε ακόμη χειρότερη με την πανδημία.
Πέρυσι, ο ιταλικός πληθυσμός μειώθηκε σχεδόν κατά 400.000 κατοίκους, πάνω κάτω όσο μια πόλη όπως η Φλωρεντία, για να πέσει στα 59,3 εκατ., καθώς ο αριθμός των θανάτων αυξήθηκε κατακόρυφα, με τις γεννήσεις να βυθίζονται και τη μετανάστευση να επιβραδύνεται.
Λιγότερα παιδιά σήμερα σημαίνει λιγότεροι ενήλικες που θα εργάζονται και θα πληρώνουν φόρους σε μερικά χρόνια, κάτι που θα κάνει τη χώρα λιγότερο παραγωγική και πιο δύσκολο να διατηρήσει το επίπεδο διαβίωσης του γηράσκοντα πληθυσμού της.
Εδώ και κάμποσα χρόνια αυτός είναι ένας λόγος ανησυχίας για τις δυτικές κοινωνίες, αλλά η απειλή έχει ακόμη πιο βαρύνουσα σημασία για την Ιταλία, μία από τις λιγότερο δυναμικές οικονομίες των πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών.
Ο πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι υποσχέθηκε περισσότερους παιδικούς σταθμούς, βοήθεια για τις γυναίκες που εργάζονται και διευκολύνσεις πρόσβασης σε στεγαστικά δάνεια για τα νεαρά ζευγάρια, στο πλαίσιο ενός σχεδίου ανάκαμψης 221 δισεκ. ευρώ μετά την COVID που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
"Για να έλθουν οι νέοι σε μια κατάσταση ώστε να μπορούν να κάνουν οικογένεια, θα πρέπει να ικανοποιήσουμε τρεις από τις απαιτήσεις τους: κατάλληλη κοινωνική προστασία, κατοικία και σταθερή απασχόληση", εκτίμησε ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ενώπιον των βουλευτών.
Το ιταλικό σύστημα κοινωνικής προστασίας επικεντρώνεται τώρα στους ηλικιωμένους, που με τις συντάξεις και τις δαπάνες υγείας συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού, αφήνοντας λίγους πόρους για τις νέες γενιές.
Χτυπημένη από την οικονομική κρίση, η πόλη Καλτατζιρόνε, χτισμένη στην κορυφή ενός λόφου και διάσημη για τα χρωματιστά πήλινα σκεύη και την μπαρόκ αρχιτεκτονική της που έχει περιληφθεί στα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco, είναι ένα απτό παράδειγμα της τρέχουσας δημογραφικής κρίσης.
Ο ετήσιος αριθμός γεννήσεων μειώθηκε στο μισό από το 1999 έως το 2019, πέφτοντας από το 532 στο 265, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής Istat, κάτι που την καθιστά μία από τις δέκα ιταλικές πόλεις με τη μεγαλύτερη μείωση γεννητικότητας.
"Οι αριθμοί αυτοί δεν με εκπλήσσουν", δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο δήμαρχος του Καλτατζιρόνε, Τζίνο Ιόπολο, που αποδίδει αυτή την πτώση εν μέρει σε εξωτερικούς παράγοντες, κυρίως στο κλείσιμο το 2019 ενός μεγάλου καταυλισμού μεταναστών στο Μινέο, μια γειτονική κοινότητα οι κάτοικοι της οποίας εξαρτώνται από τα μαιευτήρια της πόλης του.
Σε ένα σχολείο της πόλης, ο διευθυντής και πρώην δήμαρχος Μάρκο Ριγκνατάρο εξηγεί πως ο αριθμός των μαθητών του μειώθηκε σχεδόν κατά το ένα τρίτο μέσα σε 15-20 χρόνια.
"Τα τελευταία χρόνια, η κατάσταση έχει πραγματικά χειροτερέψει", παρατηρεί, υπογραμμίζοντας πως οι νέοι φεύγουν μαζικά από το Καλτατζιρόνε επειδή "δεν υπάρχουν ευκαιρίες για δουλειά".
Ο Λούκα Τζιαμάρα, 27 ετών, κατοικεί ακόμη στο Καλτατζιρόνε, αλλά παραδέχεται πως ανήκει σε μια μειοψηφία: από τους περίπου 30 συμμαθητές του στο λύκειο, το 90% έχει φύγει και μόνο ένας έχει παιδί.
"Αυτό συνδέεται με μια γενικότερη επιδείνωση της οικονομίας στη διάρκεια των 20 τελευταίων ετών, στη δυσκολία εξεύρεσης εργασίας, στη δυσκολία απόκτησης μιας σταθερής κατάστασης, απαραίτητων συνθηκών προκειμένου κάποιος να αποφασίσει να κάνει οικογένεια", συνοψίζει.
Εδώ και χρόνια η Ιταλία βλέπει τον αριθμό των γεννήσεων να μειώνεται, από 534.000 το 2012, για παράδειγμα, σε 404.000 το 2020, ένα έτος που σημαδεύτηκε ωστόσο από την πανδημία.
Για το 2021, το Istat προβλέπει νέα μείωση από 384 έως 393.000 χιλιάδες γεννήσεις, πτώση που οφείλεται κυρίως στην πανδημία.
Τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, εννέα μήνες μετά την εμφάνιση της Covid-19 στην Ιταλία, οι γεννήσεις μειώθηκαν, αντίστοιχα, κατά 10% και 14% μέσα σε ένα χρόνο.
Στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την αναχαίτιση της δημογραφικής πτώσης, η κυβέρνηση επεξεργάζεται ένα σχέδιο νόμου που έχει σκοπό κυρίως τη θέσπιση πιο γενναιόδωρης βοήθειας για τις οικογένειες με παιδιά και περισσότερων γονικών αδειών. Θα πρέπει ωστόσο να περάσουν πολλά χρόνια προτού φανεί η επίδρασή του.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, τα ιταλικά ζευγάρια επιθυμούν κατά μέσο όρο να αποκτήσουν δύο παιδιά, ενώ ο αριθμός παιδιών που αντιστοιχεί σε κάθε γυναίκα ήταν 1,24 το 2020.