ΚΟΣΜΟΣ
Ηνωμένο Βασίλειο: Έκθεση καταπέλτης για την φονική πυρκαγιά στον Πύργο Γκρένφελ
Η φωτιά του 2017 ξεκίνησε από ένα διαμέρισμα στον 4ο όροφο και εξαπλώθηκε γρήγορα στους 25 ορόφους του κτιρίου, σκοτώνοντας 72 ανθρώπους
Δεκαετίες αβλεψιών από την βρετανική κυβέρνηση, τις ρυθμιστικές αρχές και τον κατασκευαστικό κλάδο κατέστησαν τον Πύργο Γκρένφελ στο Λονδίνο, μια 25ώροφη πολυκατοικία, «παγίδα θανάτου» για τους 72 ανθρώπους που βρήκαν τραγικό θάνατο στην φωτιά που ξέσπασε τον Ιούνιο του 2017.
Η πυρκαγιά ξεκίνησε τα ξημερώματα της 14ης Ιουνίου από διαμέρισμα του τετάρτου ορόφου και εξαπλώθηκε ταχύτατα σε ολόκληρο το κτίριο εξαιτίας των εύφλεκτων υλικών στους εξωτερικούς του τοίχους. Η έκθεση κόλαφος για την τραγωδία, η οποία δημοσιοποιήθηκε την Τετάρτη, δεν αποδίδει ευθύνη σε έναν μόνο παράγοντα. Αντίθετα, κάνει λόγο για έναν συνδυασμό ανέντιμων επιχειρήσεων, ελλιπών ή ανίκανων ρυθμιστικών αρχών και μια εφησυχασμένη κυβέρνηση. Εξαιτίας όλων αυτών τα εξωτερικά τοιχώματα του Γκρένφελ ήταν καλυμμένα από εξαιρετικά εύφλεκτα υλικά, με αποτέλεσμα μια μικρή φωτιά σε ένα διαμέρισμα να κλιμακωθεί στην φονικότερη πυρκαγιά που έχει ξεσπάσει επί βρετανικού εδάφους μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η φωτιά στον Πύργο Γκρένφελ υπήρξε η κορύφωση δεκαετιών αποτυχίας της κεντρικής κυβέρνησης και άλλων θεσμών σε θέσης ευθύνης ως προς τον κατασκευαστικό κλάδο να εξετάσουν προσεκτικά τον κίνδυνο της ενσωμάτωσης εύφλεκτων υλικών στα εξωτερικά τοιχώματα υψηλών οικιστικών κτιρίων και να δράσουν με βάση τις διαθέσιμες σε αυτούς πληροφορίες», αναφέρει το πόρισμα της έκθεσης, την οποία διηύθυνε ο συνταξιούχος δικαστής Μάρτιν Μουρ-Μπικ.
Η τραγωδία του Πύργου Γκρένφελ συγκλόνισε το Ηνωμένο Βασίλειο και πυροδότησε ερωτηματικά για τους ελλιπείς κανονισμούς ασφάλειας και άλλες αβλεψίες αξιωματούχων και εταιρειών που οδήγησαν τόσους ανθρώπους στον θάνατο. «Πώς είναι δυνατό στο Λονδίνο του 21ου αιώνα ένα κτίριο από οπλισμένο σκυρόδεμα, το οποίο υποτίθεται ότι δομικά είναι άτρωτο απέναντι στην φωτιά, να μετατρέπεται σε παγίδα θανάτου;» διερωτώνται οι συντάκτες της έκθεσης, προσθέτοντας πως «σε αυτήν την ερώτηση δεν υπάρχει απλή απάντηση».
Ο Πύργος Γκρένφελ ανεγέρθηκε κατά την δεκαετία του 1970. Στο πλαίσιο ανακαίνισης την περίοδο πριν την πυρκαγιά, το κτίριο καλύφθηκε με αλουμίνιο και πολυαιθυλένιο - ένα στρώμα αφρώδους μόνωσης με κάλυψη από δύο φύλλα αλουμινίου, ανάμεσα στα οποία υπήρχε μια στρώση πολυαιθυλενίου. Το πολυαιθυλένιο είναι ένα εύφλεκτο πολυμερές που λιώνει και στάζει, όταν έρθει σε επαφή με την θερμότητα.
Η έκθεση υπήρξε ιδιαίτερα επικριτική απέναντι στις εταιρείες που κατασκεύασαν την επένδυση του κτιρίου. Όπως αναφέρεται, επιδόθηκαν σε «συστηματική ανεντιμότητα», χειραγωγώντας ελέγχους ασφαλείας, τα αποτελέσματα των οποίων ερμήνευαν κατά το δοκούν, ώστε να υποστηρίξουν τους ισχυρισμούς τους ότι το υλικό ήταν ασφαλές. Ονομαστικές αναφορές γίνονται στην εταιρεία "Celotex", η οποία κατασκευάζει μονώσεις και χαρακτηρίζεται «αδίστακτη», καθώς και στην "Kingspan", για την οποία σημειώνεται πως «εκμεταλλεύθηκε με κυνικό τρόπο την έλλειψη του κλάδου σε λεπτομερή γνώση». Για την εταιρεία κατασκευής πάνελ επενδύσεων "Arconic" υποστηρίζεται πως «απέκρυψε από την αγορά τον αληθινό βαθμό του κινδύνου».
Η εύφλεκτη επένδυση χρησιμοποιήθηκε στο κτίριο, διότι ήταν φθηνότερη και εξαιτίας της «ανικανότητας των οργανισμών και των φυσικών προσώπων που ενεπλάκησαν στην ανακαίνιση», μια αναφορά που περιλαμβάνει αρχιτέκτονες, μηχανικούς και εργολάβους, όλοι εκ των οποίων θεώρησαν, σύμφωνα με την έκθεση, ότι η ασφάλεια ήταν ευθύνη κάποιου άλλου.
Όπως συμπεραίνεται, το αποτέλεσμα των σφαλμάτων ήταν πολλαπλασιαστικό, διότι τα θεσμικά όργανα που ήταν αρμόδια για την επιβολή των βρετανικών κατασκευαστικών κανονισμών έδρασαν πλημμελώς, οι τοπικές αρχές αδιαφόρησαν και η «εφησυχασμένη» βρετανική κυβέρνηση (υπό το Συντηρητικό Κόμμα) αγνόησε τις προειδοποιήσεις ασφαλείας, διότι είχε δεσμευθεί για την απάλειψη ρυθμιστικών παραγόντων.
Η διεξαγωγή της έρευνας ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση την επόμενη ημέρα της πυρκαγιάς. Στο πλαίσιό της διεξήχθησαν περισσότερες από 300 δημόσιες ακροάσεις και εξετάστηκαν σχεδόν 1.600 καταθέσεις από μάρτυρες. Μια αρχική έκθεση δημοσιοποιήθηκε το 2019 και εξέταζε τι συνέβη το μοιραίο βράδυ. Σε αυτήν ασκούνταν κριτική προς την Πυροσβεστική για το ότι είπε στους ενοίκους να παραμείνουν στα διαμερίσματά τους εν αναμονή της διάσωσης. Η συγκεκριμένη οδηγία άλλαξε περίπου δύο ώρες μετά το ξέσπασμα της φωτιάς, δηλαδή πολύ αργά για να γλιτώσουν οι ένοικοι των πιο ψηλών ορόφων.
Πέραν της διαπίστωσης αυτού του είδους των ανεπαρκειών, η τραγωδία του Γκρένφελ ήγειρε ερωτήματα σχετικά με την κοινωνική ανισότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Πύργος Γκρένφελ ήταν ένα κτίριο κοινωνικής στέγασης πολύ κοντά στην ακριβή συνοικία Νότινγκ Χιλ. Πολλά θύματα ήταν μέλη της εργατικής τάξης με μεταναστευτική προέλευση - κατάγονταν από 23 χώρες και ήταν οδηγοί ταξί, αρχιτέκτονες, ένας ποιητής, ένας καταξιωμένος νέος καλλιτέχνης, συνταξιούχοι και 18 παιδιά.
Η έκθεση αναφέρει ότι στο πλαίσιο των ερευνών «δεν παρουσιάστηκαν αποδείξεις ότι κάποια από τις αποφάσεις που οδήγησαν στην κατασκευή ενός επικίνδυνου κτιρίου ή στην επικίνδυνη εξάπλωση της φωτιάς επηρεάστηκαν από φυλετική ή κοινωνική προκατάληψη».
Εξαιτίας της φωτιάς, η βρετανική κυβέρνηση προχώρησε στην απαγόρευση των μεταλλικών σύνθετων πάνελ επένδυσης για όλα τα νέα κτίρια και έδωσε εντολή όλες οι εύφλεκτες επενδύσεις αυτού του τύπου να αφαιρεθούν από εκατοντάδες κτίρια σε όλη τη χώρα. Το εγχείρημα, ωστόσο, είναι ιδιαίτερα δαπανηρό και σε αρκετά κτίρια δεν έχει ολοκληρωθεί εν μέσω αντιπαράθεσης για το ποιος πρέπει να πληρώσει για αυτό.
Η έκθεση προχωρά σε μεγάλο αριθμό συστάσεων, εισηγούμενη αυστηρότερους κανόνες πυρασφάλειας, μια εθνική επιτροπή διάσωσης σε περιπτώσεις πυρκαγιάς και την σύσταση ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής για τον κατασκευαστικό τομέα που θα αντιμετωπίσει την αλληλοκάλυψη αρμοδιοτήτων μεταξύ αρχών που ισχύει σήμερα.
Για μήνες μετά την πυρκαγιά, ο απανθρακωμένος Πύργος Γκρένφελ στεκόταν σαν μαύρη ταφόπλακα στο δυτικό Λονδίνο. Σήμερα είναι καλυμμένος και στην κορυφή έχει ανάγλυφη μια πράσινη καρδιά με τις λέξεις «Το Γκρένφελ για πάντα στις καρδιές μας».
Η έρευνα απαντά πολλά από τα ερωτήματα που από τότε βασανίζουν τους επιζήσαντες, η αναμονή των οποίων, όμως, θα πρέπει να συνεχιστεί όσον αφορά το αν κάποιος από τους υπεύθυνους θα καθίσει στο εδώλιο. Πλέον είναι η ώρα της αστυνομίας που θα πρέπει να εξετάσει το πόρισμα της έκθεσης και να αποφασίσει αν και κατά ποιου θα ασκηθούν διώξεις.
Οι αστυνομικές αρχές έχουν θέσει στο μικροσκόπιο δεκάδες φυσικά και νομικά πρόσωπα που ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν κατηγορίες ανθρωποκτονίας. Όπως διευκρινίζουν, όμως, η όποια άσκηση διώξεων δεν αναμένεται να γίνει πριν τα τέλη του 2026.
«Για μένα δεν υπάρχει δικαιοσύνη, αν δεν πάνε κάποιοι πίσω από τα κάγκελα», λέει η Σάντρα Ρουίθ, η 12χρονη ανηψιά της οποίας πέθανε στη φωτιά. «Κάποιοι πρέπει να θεωρηθούν υπόλογοι για τη βραδιά που κατέστρεψε τις ζωές μας. Εκείνοι που πήραν αποφάσεις, βάζοντας τα κέρδη πάνω από την ασφάλεια των ανθρώπων, πρέπει να σταλούν στη φυλακή».