Πρόκειται για ένα από τα πιο φονικά ζώα στην ιστορία, όσον αφορά τον άνθρωπο. Αν και το είδος της δεν κυνηγά συνήθως ανθρώπους, η συγκεκριμένη τίγρης της Βεγγάλης, σκότωσε τουλάχιστον 436 ανθρώπους, με αποτέλεσμα το βιβλίο Guinness να της δώσει την πρώτη θέση σε αριθμό θανατώσεων ανθρώπων από τίγρη.
Ξεκίνησε την «δράση» της στα τέλη του 19ου αιώνα και τη συνέχισε μέχρι το 1907, όταν ο κυνηγός Jim Corbett κατάφερε να τη σκοτώσει. Όταν οι κάτοικοι του Νεπάλ ξεκίνησαν να την κυνηγούν είχε ήδη σκοτώσει περίπου 200 ανθρώπους. Κατάφερε να τους ξεφύγει και κλήθηκε ο στρατός.
Ούτε ο στρατός κατάφερε να την αιχμαλωτίσει ή να τη σκοτώσει, αλλά απέκλεισε την περιοχή της με αποτέλεσμα η τίγρης να περάσει τα σύνορα προς την Ινδία. Εκεί συνέχισε τον φονικό οίστρο της. Προσάρμοσε την κυνηγετική της ικανότητα στο νέο της περιβάλλον και μεγάλωνε σιγά σιγά την περιοχή όπου έκανε επιθέσεις. Οι περισσότερες έγιναν κοντά στο Champawat, γι’ αυτό και αργότερα ονομάστηκε «Champawat tiger».
Συνήθιζε να επιτίθεται κατά την διάρκεια της ημέρας, κυρίως σε γυναίκες και παιδιά που πήγαιναν στο δάσος για να μαζέψουν ξύλα ή να βοσκήσουν τα ζώα. Μετά από πολλές επιθέσεις, οι περισσότεροι κάτοικοι αρνούνταν να πάνε στο δάσος, ειδικότερα αν άκουγαν ή νόμιζαν ότι άκουγαν τους βρυχηθμούς της.
Ο συνταγματάρχης Jim Corbett αποφάσισε να την κυνηγήσει. Το 1907 η τίγρης σκότωσε ένα κορίτσι 16 ετών και άφησε πίσω της ίχνη. Ο Corbett τα ακολούθησε αλλά παραλίγο να τον σκοτώσει κι εκείνον. Επέστρεψε στο χωριό και την επόμενη μέρα με την βοήθεια 300 ανθρώπων, κατάφερε να την εντοπίσει και να τη σκοτώσει.
Ο Corbett ανακάλυψε πως ο πάνω και κάτω κυνόδοντας της δεξιάς της πλευράς είχαν σπάσει. Το πάνω μέχρι τη μέση και το κάτω μέχρι το κόκκαλο. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο τραυματισμός αυτός ήταν αποτέλεσμα πυροβολισμού και την εμπόδισε να κυνηγά τα φυσικά της θηράματα. Κι έτσι ξεκίνησε να κυνηγά ανθρώπους. Η τίγρης ήταν μεταξύ 10 και 12 ετών.
Στο Champawat υπάρχει μια πλάκα στο σημείο που σκοτώθηκε η τίγρης. Ο Corbett έγραψε συμπεριέλαβε την ιστορία της «Champawat tiger», στο βίβλίο του «Man-Eaters of Kumaon». Κανένας δεν την έχει ξεχάσει, κι ας έχουν περάσει περισσότερα από 100 χρόνια.