ΚΟΣΜΟΣ
Η αποκατάσταση του όζοντος αναχαιτίζει την υπερθέρμανση του πλανήτη
Η ανάκαμψη του όζοντος στην στρατόσφαιρα θα έχει γλιτώσει τη Γη από αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2,5 βαθμούς Κελσίου έως το 2100
SHARE:
Η ανάκαμψη του στρώματος του όζοντος στην ατμόσφαιρα της Γης θα έχει γλιτώσει τον πλανήτη από μια πιθανή αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2,5 βαθμούς Κελσίου έως το 2100.
Τα κλιματικά οφέλη από την απαγόρευση χλωροφθορανθράκων (CFC), με το πρωτόκολλο του Μόντρεαλ του 1987, ήταν περισσότερα από τα αναμενόμενα, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη στο περιοδικό Nature.
Το στρώμα του όζοντος στην στρατόσφαιρα άρχισε να ανακάμπτει, αναστρέφοντας χρόνια επικίνδυνης «λέπτυνσης». Με το μοντέλο που δημιούργησαν οι επιστήμονες, «είδαν» πως θα ήταν η Γη αν τα CFC εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται και ανακάλυψαν πως, ως το 2100, η μείωση του όζοντος θα προκαλούσε εκτεταμένη καταστροφή στη χλωρίδα, εξαιτίας της υπεριώδους ακτινοβολίας.
Η κατεστραμμένη βλάστηση δεν θα απορροφούσε τις ίδιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, η οποία με τη σειρά της θα παρέμενε επιβαρυμένη. «Σε ένα κόσμο χωρίς το πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, τα επίπεδα CO2 θα ήταν 30% υψηλότερα» σε σχέση με έναν κόσμο που ελέγχονται τα CFC, λέει ο επικεφαλής ερευνητής Πολ Γιανγκ, ατμοσφαιρικός επιστήμονας το πανεπιστημίου Lancaster.
Από την προ-βιομηχανική εποχή έως σήμερα, ο πλανήτης έχει γίνει θερμότερος κατά 1,2 βαθμούς Κελσίου, κυρίως εξαιτίας της αύξησης των συγκεντρώσεων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, μαζί με άλλα αέρια του θερμοκηπίου (π.χ μεθάνιο). Από την δεκαετία του 1980 είχε παρατηρηθεί μια παράλληλη, σημαντική απομείωση του στρατοσφαιρικού όζοντος, που επιτρέπει σε επιβλαβείς υπεριώδεις ακτίνες να φτάσουν στην επιφάνεια της Γης.
Το πρωτόκολλο του Μόντρεαλ θεωρείται μία από τις πιο επιτυχημένες περιβαλλοντικές συμφωνίες, επειδή ουσιαστικά εκμηδένισε τις εκπομπές CFC. Τα επικίνδυνα για την ατμόσφαιρα χημικά, απαγορεύτηκαν στις αναπτυγμένες χώρες το 2000 και στις αναπτυσσόμενες το 2010. Πριν την απαγόρευση, οι ουσίες αυτές περιέχονταν σε σπρέι, ψυκτικά και ακόμα και συσκευασίες φελιζόλ.
Από τον άμεσο αντίκτυπο που θα είχαν στην ατμόσφαιρα, ο περιορισμός των CFC γλίτωσε τον πλανήτη από άμεση αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,7 βαθμούς Κελσίου έως το 2100. Υπάρχει όμως και ο έμμεσος αντίκτυπος, από την καταστροφή των φυτών, που θα προκαλούσε επιπλέον αύξηση της θερμοκρασίας κατά 0,8 βαθμούς Κελσίου, σηματοδοτώντας συνολική άνοδο 2,5 βαθμών.
Σε έναν κόσμο χωρίς ελέγχους για τα CFC, περίπου 585 λιγότεροι τόνοι διοξειδίου του άνθρακα θα μπορούσαν να «αποθηκευτούν» σε φυτά έως το 2100, ποσότητα που αντιστοιχεί στις εκπομπές δέκα ετών με βάση τους σημερινούς ρυθμούς.
Ο έλεγχος των χλωροφθορανθράκων όμως ήταν πιο εύκολος από τον έλεγχο των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα», εξηγεί ο Γιανγκ, καθώς τα CFC μπορούν εύκολα να αντικατασταθούν από άλλες χημικές ουσίες. «Ο κόσμος έδρασε και ανταποκρίθηκε σε εκείνη την προειδοποίηση. Αποφύγαμε έναν κόσμο που θα μπορούσε να είναι αποκαρδιωτικά απαίσιος. Ελπίζουμε ότι μπορούμε να κάνουμε κάτι παρόμοιο με το κλίμα. Αλλά δεν θα είναι εξίσου εύκολο».