Χάμπτονς: Ο απόλυτος προορισμός των ισχυρών της Νέας Υόρκης

Μια πειραματική σκηνή

Τα Χάμπτονς έχουν λειτουργήσει για πολλά χρόνια ως βαλβίδα αποσυμφόρησης για την αστική πίεση της Νέας Υόρκης. Τόσο πολλά διαφορετικά επίπεδα πραγματικότητας συνυπάρχουν σε μια σχετικά μικρή έκταση γης. Νεοϋορκέζοι που εκδράμουν τα Σαββατοκύριακα, λαχταρώντας άμεση αποσύνδεση από το πυρετώδες πρόγραμμα της εβδομάδας, τα βιώνουν ως ένα ησυχαστήριο από την πόλη. Κάποιοι λίγοι τα βλέπουν ακόμα ως ένα μέρος με χωράφια, αμπελώνες και καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Αλλοι τα βλέπουν ως μια νοητή αλλά και φυσική προέκταση του Μανχάταν: ένα εφαλτήριο για διασημότητα και κοσμικότητα, με ξέφρενες ψυχαγωγικές επιλογές και κοινωνικές δυνατότητες.

Κάποτε αγροτική γη, τα Χάμπτονς και η κοινωνία τους αποτελούν συχνά σημείο αναφοράς στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση ως δημοφιλής παραθεριστικός προορισμός της υψηλής κοινωνίας, ήδη από τον 19ο αιώνα. Επιχειρηματίες, ηθοποιοί, καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, ψυχαναλυτές, συγγραφείς και οι καλεσμένοι τους, άπαντες από επιφανείς οικονομικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς κύκλους της αμερικανικής ζωής, συρρέουν στα Χάμπτονς για ηλιοθεραπεία και κοκτέιλ πάρτι, για περισυλλογή και εργασία στην ησυχία της εξοχής ή για ψάρεμα και σέρφινγκ.

Σε μια πρώτη ανάγνωση τα Χάμπτονς είναι η περιοχή στο ανατολικό άκρο του Long Island και περιλαμβάνει κωμοπόλεις, καθεμιά από τις οποίες έχει διαφορετικό χαρακτήρα: το περισσότερο αστικό Southampton, το East Hampton με την καλλιτεχνική του σκηνή, το Bridgehampton με τους αμπελώνες και τα χωράφια, το ψαροχώρι του Sag Harbor με τα καπετανόσπιτα, την αποικία των σέρφερ στο Montauk. Ο όρος «Hamptons» εμπεριέχει την έννοια του event ή ενός τεχνάσματος marketing για έναν τρόπο ζωής που επαναπροσδιορίζει την ιδέα του αμερικανικού καλοκαιριού. Σε διαφημιστικό υλικό του 1879 τα διάφορα χωριά ήδη αναφέρονταν ως ένας προορισμός, τα Χάμπτονς, ακριβώς όπως η Κυανή Ακτή ή μεταγενέστερα οι Κυκλάδες.

Περίπου 100 μίλια (σ.σ. 160 χλμ.) από την πόλη της Νέας Υόρκης, αυτή η χερσόνησος, που έχει σχηματιστεί από παγετώνες και έχει σμιλευτεί από το χρόνο, τον αέρα και το κύμα, μοιάζει να είναι η τέλεια σύγκλιση γεωγραφίας και κεφαλαίου. Η αστική κουλτούρα σταδιακά μεταφυτεύτηκε από την πόλη στην εξοχή. Η μητρόπολη μετασχηματίζει την αγροτική ατμόσφαιρα, ακριβώς όπως το αγροτικό περιβάλλον βοηθάει να διαλυθούν οι πιέσεις της πόλης. Οι αγροικίες και οι φάρμες με πατάτες και καλαμπόκια συνυπάρχουν με τα κλειστά country clubs της κοινωνικής ελίτ, τα στούντιο των καλλιτεχνών και τις νεοπαλλαδιανές επαύλεις. Η βουκολική ευδαιμονία συνυπάρχει με την αυτοκρατορία του status σε μια γεωγραφία ευκαιριών και δικτύωσης. Τα Χάμπτονς σηματοδοτούν την απόδραση από την πόλη και ταυτόχρονα την εκμετάλλευση όλων των αγαθών της πόλης. Ισως η πιο εντυπωσιακή αντίστιξη από όλες είναι το γεγονός ότι δυόμισι ώρες από τη Νέα Υόρκη, που δουλεύει ακατάπαυστα, βρίσκονται τα Χάμπτονς, που επαναπροσδιορίζουν την ιδέα της αμερικανικής dolce vita και ενστερνίζονται το far niente, σε απόλυτη αντίθεση με την εργασιακή ηθική που έκανε την Αμερική παγκόσμια υπερδύναμη.

Με τρένα, λεωφορεία, αυτοκίνητα, σκάφη, ελικόπτερα και ιδιωτικά αεροπλάνα συντελείται η εποχιακή μετανάστευση και ο κόσμος προσεγγίζει τα Χάμπτονς από τη Νέα Υόρκη. Η καλλιτεχνική σκηνή σε συνδυασμό με το γραφικό σκηνικό αποτελούν θέλγητρο για τους επισκέπτες. Το φυσικό περιβάλλον δεν έχει αλλοιωθεί σε μεγάλο βαθμό. Η τοπική χλωρίδα ακόμα αναπτύσσεται ελεύθερη και το τοπίο είναι ειδυλλιακό: παρθένα δάση, ήπιοι λόφοι, λιβάδια με αγριολούλουδα και μυρωδιές όλο το χρόνο, λίμνες και χιλιόμετρα από παραλίες με αμμόλοφους. Τα περισσότερα κτίσματα κάθονται ανεπαίσθητα πάνω στο τοπίο.

Τα Χάμπτονς είναι σαφώς συνυφασμένα με το αμερικανικό καλοκαίρι και έχουν έντονη εποχικότητα, αλλά σίγουρα παρουσιάζουν επισκεψιμότητα και δραστηριότητα όλο το χρόνο. Μπορεί το τοπίο να είναι πολύ χαρακτηριστικά καλοκαιρινό, μεταμορφώνεται όμως σε δυνητικά αλπικό το χειμώνα όταν όλα είναι σκεπασμένα με χιόνι και είναι υπέροχο με τα φθινοπωρινά χρώματα. Αντίστοιχα, το καλοκαιρινό πλήθος είναι πιο επιθετικό -ορδές που επιδεικνύουν τα επιτεύγματα και τους καρπούς της πολλής δουλειάς πίσω στη Νέα Υόρκη, υπερβολή και προβολή-, ενώ τον υπόλοιπο χρόνο ο κόσμος διακατέχεται από μια πιο ήπια κοινωνικότητα, με διάθεση για απομόνωση, ενδοσκόπηση και ανεύρεση ενός καταφυγίου.

Μια πειραματική σκηνή

Χαρακτηριστικό είναι το φως των Χάμπτονς που αντανακλά στον ωκεανό και διαχέεται στον τεράστιο ουρανό. Αυτό το φως είναι ένας από τους λόγους που πολλοί καλλιτέχνες κατέλυσαν σε αυτή την περιοχή για να φιλοτεχνήσουν τα έργα τους και μετέτρεψαν τα Χάμπτονς σε μια κοινότητα διαφωτιστών: Mark Rothko, Jackson Pollock, Willem de Kooning, Franz Kline, Robert Motherwell κ.ά. είχαν τα εργαστήριά τους εδώ και αποτέλεσαν μαγνήτη για άλλους, όπως οι Marx Ernst, Andre Breton, Salvador Dali, Marcel Duchamp κ.ά., που τους επισκέπτονταν σε αυτό το ιδιότυπα όμορφο μέρος.

Τα εργαστήρια των καλλιτεχνών και οι κατοικίες των ευημερούντων μποέμ προσπέρασαν το συρμό, αποκαλύπτοντας την αληθινή κληρονομιά των Χάμπτονς σαν εργαστήριο πειραματικής τέχνης και αρχιτεκτονικής. Το εκτεταμένο τοπίο αποτέλεσε για την αρχιτεκτονική παραγωγή το ανάλογο ενός άδειου καμβά του Pollock. Η παραλία προς τη μεριά του Ατλαντικού ωκεανού αποτέλεσε το τέλειο σκηνικό για τις γεωμετρικές χειρονομίες του μοντέρνου κινήματος. Ενα τοπίο με μια ουδέτερη, παθητική ποιότητα, έτοιμο για εκμετάλλευση και ουτοπικά σχέδια, που αποτέλεσε γόνιμο έδαφος για την καλλιέργεια του μοντερνισμού. Η αρχιτεκτονική του καλοκαιρινού σπιτιού αντικατόπτριζε τις φιλοδοξίες και την υπερβολή της διήμερης μετανάστευσης. Η αρχιτεκτονική του ελεύθερου χρόνου δεν σχεδιαζόταν για να βελτιώσει την κοινωνική τάξη, αλλά για να αποτελέσει ένα μέσο για προσωπική απελευθέρωση.

Αρχιτεκτονικό θράσος

Η αρχιτεκτονική παραγωγή στα Χάμπτονς χαρακτηρίζεται από ένα αρχιτεκτονικό θράσος, με κατασκευές που προκαλούν τόσο την αισθητική όσο και τα φυσικά στοιχεία. Οι κατοικίες στέκονται απέναντι στον ουρανό και στη θάλασσα. Η αίσθηση της κλίμακάς τους διογκώνεται από την «επιπεδότητα» του τοπίου και η σημασία τους από την κάλυψη της περιοχής στα media. Η αρχιτεκτονική έκφραση της καλοκαιρινής αποικίας χαρακτηρίστηκε από κατοικίες που σχεδιάστηκαν από αρχιτέκτονες όπως ο Philip Johnson, ο Charles Gwathmey και ο Richard Meier. Οι τοιχογραφίες του Le Corbusier υπάρχουν ακόμα στο σπίτι του Costantino Nivola, εμιγκρέ καλλιτέχνη από το Μιλάνο. Από τις πειραματικές υβριδικές κατοικίες των δεκαετιών του ’60 και του ’70 περάσαμε στις επιδεικτικές κατοικίες του ’80 και του ’90, κυριολεκτικές οικειοποιήσεις του παρελθόντος, που επιδεικνύουν τα πολλά λεφτά του ιδιοκτήτη τους και αποδεικνύουν την ηθελημένη πράξη βανδαλισμού του πειραματικού χαρακτήρα προηγούμενων δεκαετιών.

Η αρχιτεκτονική είναι η πιο οπτικοποιημένη ένδειξη της αλλαγής της περιοχής από ένα επαρχιακό επίνειο σε ένα θέρετρο των ισχυρών. Η αντίσταση στην ανεξέλεγκτη ανάπτυξη εκδηλώθηκε αρχικά τη δεκαετία του ’60, όταν ανήσυχοι πολίτες συνειδητοποίησαν ότι χρειαζόταν δράση ώστε να διατηρηθεί ο επαρχιακός χαρακτήρας της περιοχής. Η αυξανόμενη συνείδηση σε σχέση με περιβαλλοντικά θέματα ήταν ήδη μια έντονη τάση. Στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων η κοινότητα έχει δράσει επιτυχώς για να εμποδίσει την επέκταση των αυτοκινητόδρομων, να θεσμοθετήσει νόμους για την οικιστική ανάπτυξη και το φυσικό περιβάλλον. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι έχει ιδρυθεί ειδικό ιδιωτικό ταμείο που αγοράζει γη με σκοπό τη διατήρησή της ως δασικής και αγροτικής.

Τα Χάμπτονς, παρά την αστική τους πλέον ιδιοσυγκρασία, αποτελούν τελικά μια σχετικά παρθένα γη που ανθίσταται στην αλλαγή και ανανεώνεται αντί να αντιμετωπίζει τον κορεσμό - μια ουτοπική αποικία της Νέας Υόρκης όπου πάντα όλοι θα επιστρέφουν για να βρουν αυτό που ψάχνουν.

* Ο Κωνσταντίνος Μπούρας είναι αρχιτέκτονας. Ζει και δραστηριοποιείται στη Νέα Υόρκη.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ