ΚΟΣΜΟΣ

Ευθύνεται η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία για την άνοδο στις τιμές του ηλεκτρικού;

Οι "κλιματικές φιλοδοξίες" της ΕΕ πράγματι πυροδοτούν αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, σε συνδυασμό όμως και με μια σειρά από άλλους παράγοντες.

No profile pic

Όποιος είχε την εντύπωση ότι η - διακαώς προωθούμενη από την Ευρωπαϊκή Ένωση - ταχεία μετάβαση σε ένα πιο πράσινο και βιώσιμο κλιματικά ουδέτερο μέλλον θα ήταν παράλληλα «βιώσιμη» και για την τσέπη του καταναλωτή ή ανέξοδη, ας το ξανασκεφτεί… υπολογίζοντας πια τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος που «χτυπούν κόκκινο» σε Ελλάδα, Ισπανία, Πολωνία, Πορτογαλία κ.ά.

Διότι πολλά από εκείνα που έχουν ενεργοποιηθεί ως εργαλεία από την Κομισιόν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (εν προκειμένω εργαλεία όπως το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, ο μηχανισμός συνοριακής προσαρμογής άνθρακα κ.ά.) πυροδοτούν πια - σε συνδυασμό με μια σειρά από άλλους παράγοντες - αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρικού, προκαλώντας πονοκέφαλο σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Ο (πράσινος) σκοπός αγιάζει τα (αυξημένου κόστους) μέσα, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς. Ως προς την ορθότητα του εν λόγω σκοπού δεν διαφωνεί πια σχεδόν κανείς επί της αρχής. Πως θα μπορούσε άλλωστε, στη σκιά της κλιματικής κρίσης; Πλην όμως θα ήταν ευκταίο το όποιο αυξημένο ενεργειακό κόστος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις να κρατηθεί και εκείνο σε… βιώσιμα επίπεδα, ενώ και οι καταναλωτές θα έπρεπε να γνωρίζουν όλα όσα «παίζονται» γύρω από τους λογαριασμούς του ρεύματος που, στο τέλος της ημέρας, εκείνοι θα κληθούν να πληρώσουν. 

Φιλόδοξοι πράσινοι στόχοι 

Πίσω στα μέσα Ιουλίου, «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μια δέσμη προτάσεων μέσω των οποίων οι ενωσιακές πολιτικές για το κλίμα, την ενέργεια, τη χρήση γης, τις μεταφορές και τη φορολογία θα προσαρμοστούν κατάλληλα ώστε να επιτευχθεί μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990». Ο λόγος για την γνωστή πια δέσμη προτάσεων «Fit for 55», που ως απότερο στόχο έχει «η Ευρώπη να καταστεί η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος στον κόσμο έως το 2050», στην γραμμή όσων προβλέπει και η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η οποία ξεχωρίζει άλλωστε και ως μια από τις έξι προτεραιότητες της Κομισιόν για την περίοδο 2019-2024.

Για να «εκπληρωθούν» ωστόσο αυτές οι ευρωπαϊκές «κλιματικές φιλοδοξίες», απαιτείται ο προηγούμενος «ριζικός μετασχηματισμός» της ευρωπαϊκής οικονομίας. Και για να επέλθει αυτός ο «ριζικός μετασχηματισμός», η Κομισιόν πρότεινε τον περασμένο Ιούλιο μια σειρά από νομοθετικά εργαλεία. Διότι δεν γίνεται να επιταχυνθεί η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου χωρίς αλλαγές στο ενεργειακό μοντέλο, στη βιομηχανία-μεταποίηση, στις μεταφορές.

 Χρηματιστήριο ρύπων

Ανάμεσα στα εργαλεία που προτείνονται είναι και εκείνο της εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ) που «καθορίζει την τιμή των ανθρακούχων εκπομπών (σ.σ. carbon pricing) και χαμηλώνει το ανώτατο όριο εκπομπών από ορισμένους οικονομικούς τομείς κάθε χρόνο». Το εν λόγω σύστημα έχει μειώσει, σύμφωνα με την Κομισιόν, «τις εκπομπές από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τις ενεργοβόρες βιομηχανίες κατά 42,8%» τα τελευταία 16 χρόνια. Ενώ στο ίδιο πλαίσιο, προωθείται και ένας νέος μηχανισμός συνοριακής προσαρμογής άνθρακα που «θα επιβάλει τιμή ανθρακούχων εκπομπών στις εισαγωγές στοχευμένης επιλογής προϊόντων».

«Οι περισσότερες μειώσεις εκπομπών μέχρι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας… Στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ) της ΕΕ, οι ρυθμιζόμενες οντότητες αγοράζουν ή λαμβάνουν δικαιώματα εκπομπών, τα οποία μπορούν να ανταλλάσσουν μεταξύ τους, ανάλογα με τις ανάγκες», διαβάζουμε στην ιστοσελίδα της Κομισιόν.

Με απλά λόγια, η ΕΕ φορολογεί τη «ρυπογόνο» ενέργεια καθώς και τις «ρυπογόνες» εισαγωγές ενέργειας από άλλες (εκτός ΕΕ) χώρες σε μια προσπάθεια «να ενθαρρύνει τη χρήση πιο οικολογικών καυσίμων», όπως σημειώνει ο επίτροπος Οικονομίας, κ. Πάολο Τζεντιλόνι. Υπάρχει η άποψη, που  επί του πρακτέου έχει αποδειχθεί πως ισχύει σε έναν βαθμό, ότι προκειμένου να μπορέσουμε να απομακρυνθούμε από τα ορυκτά καύσιμα προς άλλες πιο οικολογικές πηγές ενέργειας θα πρέπει να τα φορτώσουμε με φορολογικού τύπου βάρη καθιστώντας έτσι την χρήση τους οικονομικά ασύμφορη.

Το κόστος ανεβαίνει

Το «πρόβλημα» με την εν λόγω συνταγή είναι πως ένα μέρος αυτής της φορολογίας μετακυλίεται στους καταναλωτές. Τώρα μάλιστα που η Κομισιόν προτείνει την επέκταση του ΣΕΔΕ και σε άλλους τομείς (θαλάσσιες και οδικές μεταφορές, κτήρια κ.ά.) αλλά και την αυστηροποίηση-αναθεώρηση του εν λόγω συστήματος (για τις αερομεταφορές), το κόστος για τα νοικοκυριά αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, όπως άλλωστε αναγνωρίζει και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εξού και η ερώτηση «Ποια μέτρα θα λάβετε για τη στήριξη των τομέων και των νοικοκυριών που επηρεάζονται από τις μεταρρυθμίσεις;» στην επίσημη ιστοσελίδα της).

«Μα αφού το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ) τρέχει από το 2005, γιατί βλέπουμε τώρα άνοδο στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας;», θα μπορούσε να διερωτηθεί κανείς.

"Δικαίωμα"

Όντως, το ΣΕΔΕ τρέχει εδώ και χρόνια, θέτοντας ένα ανώτατο όριο στις ποσότητες CO2 που μπορούν να εκπέμπουν η βιομηχανία και οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, «αυτό το ανώτατο όριο μειώνεται με την πάροδο του χρόνου», όπως σημειώνεται στην ιστοσελίδα της Κομισιόν.

«Η Κομισιόν εκδίδει/βγάζει κάθε χρόνο 2% λιγότερα δικαιώματα, οπότε οι τιμές πιέζονται προς τα πάνω», εξηγεί στο NEWS 24/7 ο Μιχάλης Μαθιουλάκης, Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Ελληνικού Ενεργειακού Φόρουμ (Greek Energy Forum), αναφερόμενος στα δικαιώματα των εκπομπών ρύπων.

Πολλοί παράγοντες

Ωστόσο η εξίσωση είναι πολυπαραγοντική, όπερ σημαίνει πως το πράγμα δεν τελειώνει εκεί. «Όσο έχουμε λιγνιτική παραγωγή, τόσο μεγαλύτερη είναι η ζήτηση για τις εκπομπές ρύπων, διότι τα λιγνιτικά, για να δουλέψουν, ζητούν δικαιώματα και ωθούν τις τιμές προς τα πάνω», συνεχίζει ο κύριος Μαθιουλάκης.

Όταν όμως έχουμε δύσκολους χειμώνες με αξιοσημείωτα χαμηλές θερμοκρασίες (όπως ήταν ο τελευταίος) ή πολύ ζεστά καλοκαίρια με καύσωνες (σαν το καλοκαίρι που μόλις πέρασε), τότε οι ανάγκες σε ενέργεια αυξάνονται (θέρμανση, κλιματιστικά κ.ά.). Και εάν αυτές οι ανάγκες δεν μπορούν να καλυφθούν μέσω Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας-ΑΠΕ (που δεν μπορούν), τότε καλούνται να αναλάβουν δράση οι λιγνιτικές μονάδες που για να δουλέψουν όμως ζητούν δικαιώματα εκπομπών… τα οποία όμως δικαιώματα εκπομπών είναι κάθε χρόνο και λιγότερα… και ως εκ τούτου ακριβότερα…

Η κρατική πολωνική PGE λέγεται, για παράδειγμα, πως κατέβαλε 440 εκατ. ευρώ σε CO2 permits μόνο το πρώτο τρίμηνο του 2021, ποσό αυξημένο κατά 22% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020.

Οι τιμές των ανθρακούχων εκπομπών κινούνται πια κοντά στα 60 ευρώ ανά τόνο, όπερ σημαίνει πως έχουν… 12πλασιαστεί μέσα σε ένα διάστημα μόλις τεσσάρων ετών, σύμφωνα με το Politico. Το πιο πιθανό είναι, δε, πως εκείνες θα συνεχίσουν να κινούνται ανοδικά τα επόμενα χρόνια προσεγγίζοντας ακόμη και τα 100 δολάρια ανά τόνο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς.  

Τι γίνεται με το φυσικό αέριο;

Παράλληλα ωστόσο, πέρα από τον λιγνίτη που χρειάζεται ολοένα ακριβότερα δικαιώματα εκπομπών ΣΕΔΕ για να «δουλέψει», υπάρχει και το φυσικό αέριο που επίσης λειτουργεί ως πρώτη ύλη/καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο και οι τιμές του φυσικού αερίου επί του παρόντος ανεβαίνουν. Γιατί; Μιλώντας στο NEWS 24/7, o Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Ελληνικού Ενεργειακού Φόρουμ Μιχάλης Μαθιουλάκης ξεχωρίζει μια σειρά από παράγοντες:

  • Το ότι η Ρωσία έχει περιορίσει τις ροές μέσω Ουκρανίας, προκειμένου να ασκήσει πιέσεις προς την κατεύθυνση της όσο το δυνατόν αμεσότερης λειτουργίας του αγωγού Nord Stream 2
  • Το ότι πολλές χώρες σταμάτησαν να διατηρούν σε υψηλά ποσοστά τα αποθέματα φυσικού αερίου (επηρεασμένες ως προς αυτό, σύμφωνα με τον κ. Μαθιουλάκη, και από κάποια «λάθος» μηνύματα που έχει στείλει η Κομισιόν)
  • Το ότι οι ΗΠΑ δεν στέλνουν επί του παρόντος τόσο μεγάλες ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG στην Ευρώπη, κι αυτό για μια σειρά από λόγους (επειδή η παραγωγή τους επλήγη από φυσικές καταστροφές, επειδή προωθούν μέρος των εξαγωγών τους στην Ασία όπου κερδίζουν περισσότερα, αλλά και επειδή «αυτοσυγκρατούνται» για να κρατήσουν τις τιμές ψηλά).

«Η ΕΕ κινείται πολύ γρήγορα και πολύ φιλόδοξα (σ.σ. ως προς τις κλιματικές της φιλοδοξίες), χωρίς να συνυπολογίζει την αποτελεσματικότητα κάποιων εκ των μέτρων, μέσα σε έναν πλανήτη όμως όπου όλοι οι άλλοι μολύνουν περισσότερο από εμάς. Σε αυτό το πλαίσιο, το φυσικό αέριο έχει “τσουβαλιαστεί” μαζί με τους άλλους υδρογονάνθρακες. Όμως ειδικά το φυσικό αέριο είναι απαραίτητο για τη μετάβαση σε ένα πιο πράσινο μέλλον», υπογραμμίζει ο κ. Μαθιουλάκης, προβλέποντας ωστόσο πως οι τιμές του φυσικού αερίου που στην παρούσα φάση έχουν ανέβει κάποια στιγμή θα αρχίσουν να υποχωρούν.

Το ερώτημα είναι, βέβαια, τι θα έχει γίνει έως τότε αναφορικά με τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις εντός της ΕΕ.

Κοινωνικές αντιδράσεις + νέα "Κίτρινα Γιλέκα"

«Τα νέα μέτρα δείχνουν πως οι Βρυξέλλες αντιμετωπίζουν το carbon pricing (σ.σ. το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών) ως τον πιο αποτελεσματικό τρόπο μείωσης των εκπομπών. Κι αυτό παρά το πιθανό πλήγμα για οδηγούς και νοικοκυριά που δεν θα μπορούν να αντέξουν το επιπλέον κόστος - αλλά και παρά τον κίνδυνο πρόκλησης κοινωνικών αντιδράσεων έκτασης ανάλογης με εκείνη που είχαν τα Κίτρινα Γιλέκα στη Γαλλία το 2018», έγραφε σε ανάλυσή του το Politico τον περασμένο Ιούλιο, με αφορμή τότε τις προτάσεις που είχε καταθέσει η Κομισιόν για «τον μετασχηματισμό της οικονομίας και της κοινωνίας της ΕΕ για την εκπλήρωση των κλιματικών φιλοδοξιών».

Δύο μήνες μετά, το πρόβλημα της ανόδου των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας προκαλεί ήδη «πυρετό» αντιδράσεων και κοινωνικό αναβρασμό σε Ισπανία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ελλάδα κ.ά., ενώ μερίδα Ευρωπαίων αναλυτών προβλέπει και την ανάδυση ενός πανευρωπαϊκού αυτήν τη φορά και όχι αποκλειστικά γαλλικού κινήματος διαμαρτυρίας στα πρότυπα των Κίτρινων Γιλέκων.

Οι Ισπανοί πάντως ήδη διαδηλώνουν εδώ και εβδομάδες ενάντια στις αυξήσεις-ρεκόρ της τιμής του ηλεκτρικού, με την κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ να σπεύδει να μειώσει τη φορολογία στην προσπάθειά της να κατευνάσει τις αντιδράσεις.

Εκρηκτική είναι όμως η κατάσταση και στην Πολωνία, με τον πρωθυπουργό Ματέους Μοραβιέτσκι να βάλλει κατά της «πολύ ακριβής κλιματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης», με την υποσημείωση πως η Πολωνία εξακολουθεί να καλύπτει περίπου το 70% των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια καίγοντας γαιάνθρακες.  

Το θέμα των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος που ανεβαίνουν συζητήθηκε κατά την τελευταία συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ, κατά τη δική μας ΔΕΘ, αλλά και μεταξύ των υποψηφίων για την καγκελαρία ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών της 26ης Σεπτεμβρίου στη Γερμανία, με τον Σοσιαλδημοκράτη υποψήφιο Ολαφ Σόλτς να αποκηρύσσει μάλιστα την με κάθε κόστος ταχεία μετάβαση προς ένα πιο πράσινο μέλλον.

«Η εξασφάλιση μιας ισορροπίας ανάμεσα στις προσιτές τιμές (affordability) και στη βιωσιμότητα (sustainability) ουδέποτε ήταν κάτι το εύκολο», σχολιάζει από την πλευρά του το πρακτορείο Bloomberg.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση