ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Τελικά υπάρχουν φαντάσματα;- Τι λέει η επιστήμη
Η ιδέα ότι οι νεκροί παραμένουν μαζί μας ως πνεύματα, είναι αρχαία και εμφανίζεται σε αμέτρητες ιστορίες, από τη Βίβλο μέχρι τον Μάκβεθ
SHARE:
Αν πιστεύετε στα φαντάσματα, δεν είστε οι μόνοι. Πολλές κουλτούρες σε όλο τον κόσμο πιστεύουν σε πνεύματα που επιβιώνουν μετά τον θάνατο για να ζήσουν με μια άλλη μορφή, σε έναν άλλο κόσμο. Εκατομμύρια άνθρωποι ενδιαφέρονται για τα φαντάσματα και χιλιάδες διαβάζουν καθημερινά ιστορίες φαντασμάτων στο Reddit. Πρόκειται για κάτι περισσότερο από απλή ψυχαγωγία. Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση της Ipsos του 2019, το 46% των Αμερικανών δήλωσε ότι πιστεύει στα φαντάσματα, σύμφωνα με άρθρο του Live Science.
Η ιδέα ότι οι νεκροί παραμένουν μαζί μας ως πνεύματα, είναι αρχαία και εμφανίζεται σε αμέτρητες ιστορίες, από τη Βίβλο μέχρι τον Μάκβεθ. Η πίστη στα φαντάσματα αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου ιστού σχετικών παραφυσικών πεποιθήσεων, όπως η μετά θάνατον ζωή και η επικοινωνία με τα πνεύματα. Η πίστη αυτή προσφέρει σε πολλούς ανθρώπους παρηγοριά – ποιος δεν θέλει να πιστεύει ότι τα αγαπημένα μέλη της οικογένειάς μας που δεν βρίσκονται πια στη ζωή, δεν μας προσέχουν ή δεν είναι μαζί μας σε στιγμές ανάγκης;
Οι άνθρωποι προσπαθούσαν, ή ισχυρίζονταν ότι επικοινωνούσαν με τα πνεύματα εδώ και αιώνες. Στη Βικτωριανή Αγγλία, για παράδειγμα, οι κυρίες της ανώτερης κοινωνικής τάξης διοργάνωναν συνεδρίες στα σαλόνια τους με τους φίλους τους. Λέσχες φαντασμάτων αφιερωμένες στην αναζήτηση φαντασμάτων ιδρύθηκαν σε πανεπιστήμια υψηλού κύρους, όπως το Κέιμπριτζ και η Οξφόρδη, ενώ το 1882 ιδρύθηκε η πιο εξέχουσα οργάνωση, η Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών (Society for Psychical Research). Η Eleanor Sidgwick ήταν ερευνήτρια (και αργότερα πρόεδρος) αυτής της ομάδας, και θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πρώτη γυναίκα που προσπάθησε σε να επικοινωνήσει με φαντάσματα. Στην Αμερική στα τέλη του 1800, πολλά μέντιουμ ισχυρίζονταν ότι μιλούσαν με τους νεκρούς – αλλά αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν απατεώνες από σκεπτικιστές ερευνητές όπως ο Χάρι Χουντίνι.
Πρόσφατα, το κυνήγι φαντασμάτων έγινε μια ευρέως διαδεδομένη απασχόληση σε όλο τον κόσμο. Μεγάλο μέρος αυτού οφείλεται στην επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά “Ghost Hunters“, η οποία πρόβαλε 230 επεισόδια αλλά δεν βρήκε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη φαντασμάτων. Οι δύο αρχικοί πρωταγωνιστές ήταν συνηθισμένοι τύποι-υδραυλικοί, για την ακρίβεια- που αποφάσισαν να ερευνήσουν το θέμα. Η ιδέα της σειράς ήταν ότι δεν χρειάζεται να είναι κανείς επιστήμονας, και το μόνο που χρειάζεστε είναι λίγος ελεύθερος χρόνος, ένα σκοτεινό μέρος και μερικά ηλεκτρονικά gadget.
Τι λέει η επιστήμη
Μία δυσκολία στην επιστημονική αξιολόγηση των φαντασμάτων είναι ότι μια εκπληκτικά μεγάλη ποικιλία φαινομένων αποδίδεται στα φαντάσματα, από μια πόρτα που κλείνει μόνη της, σε κλειδιά που χάνονται, ένα κρύο σημείο σε ένα διάδρομο, ή ένα όραμα ενός νεκρού συγγενή.
Όταν οι κοινωνιολόγοι Dennis και Michele Waskul πήραν συνεντεύξεις από ανθρώπους που ισχυρίζονταν ότι είχαν δει φαντάσματα, για το βιβλίο τους με τίτλο «Συναντήσεις με φαντάσματα: Τα στοιχειά της καθημερινής ζωής», διαπίστωσαν ότι πολλοί συμμετέχοντες δεν ήταν σίγουροι ότι είχαν δει φάντασμα και παρέμεναν αβέβαιοι ότι τέτοια φαινόμενα ήταν καν δυνατά, απλώς και μόνο επειδή δεν είδαν κάτι που να προσεγγίζει τη συμβατική εικόνα ενός φαντάσματος. Αντίθετα, πολλοί από τους ερωτηθέντες μας ήταν απλώς πεπεισμένοι ότι είχαν βιώσει κάτι αλλόκοτο, ανεξήγητο, εξαιρετικό, μυστηριώδες ή απόκοσμο.
Βέβαια, άλλο η προσωπική εμπειρία και άλλο η επιστημονική απόδειξη. Μέρος της δυσκολίας στην αναζήτηση φαντασμάτων είναι ότι δεν υπάρχει ένας καθολικά συμφωνημένος ορισμός για το τι είναι ένα φάντασμα. Κάποιοι πιστεύουν ότι είναι πνεύματα των νεκρών που για οποιονδήποτε λόγο «έχασαν» το δρόμο τους για την άλλη πλευρά. Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι τα φαντάσματα είναι τηλεπαθητικές οντότητες που προβάλλονται στον κόσμο από το μυαλό μας. Κάποιοι άλλοι δημιουργούν τις δικές τους ειδικές κατηγορίες για διαφορετικούς τύπους φαντασμάτων, όπως poltergeists, στοιχειωμένα κτίρια, υπολειμματικά στοιχειώματα, ευφυή πνεύματα και σκιώδη όντα.
Υπάρχουν πολλές αντιφάσεις στις θεωρίες που αναφέρονται σε φαντάσματα. Για παράδειγμα, είναι υλικά φαντάσματα ή όχι; Είτε μπορούν να κινούνται μέσα από συμπαγή αντικείμενα χωρίς να τα ενοχλούν, είτε μπορούν να κλείνουν πόρτες και να πετούν αντικείμενα στο δωμάτιο. Σύμφωνα με τη λογική και τους νόμους της φυσικής, είναι το ένα ή το άλλο. Αν τα φαντάσματα είναι ανθρώπινες ψυχές, γιατί εμφανίζονται ντυμένα και με άψυχα αντικείμενα όπως καπέλα, μπαστούνια και φορέματα; Αν τα φαντάσματα είναι τα πνεύματα εκείνων των οποίων οι θάνατοι δεν έχουν εξιχνιαστεί, γιατί υπάρχουν ανεξιχνίαστοι φόνοι, αφού λέγεται ότι τα φαντάσματα επικοινωνούν με μέντιουμ και θα έπρεπε να είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τους δολοφόνους τους για την αστυνομία;
Οι κυνηγοί φαντασμάτων χρησιμοποιούν πολλές δημιουργικές (και αμφίβολες) μεθόδους για να ανιχνεύσουν την παρουσία των πνευμάτων, συχνά με τη βοήθεια των μέντιουμ. Σχεδόν όλοι οι κυνηγοί φαντασμάτων ισχυρίζονται ότι είναι επιστήμονες, και οι περισσότεροι δίνουν αυτή την εντύπωση επειδή χρησιμοποιούν επιστημονικό εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας, όπως μετρητές Geiger, ανιχνευτές ηλεκτρομαγνητικών πεδίων (EMF), ανιχνευτές ιόντων, κάμερες υπέρυθρων και ευαίσθητα μικρόφωνα. Ωστόσο, κανένας από αυτούς τους εξοπλισμούς δεν έχει αποδειχθεί ποτέ ότι μπορεί να ανιχνεύσει φαντάσματα. Για αιώνες, οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι φλόγες γίνονταν μπλε, στην παρουσία φαντασμάτων. Σήμερα, λίγοι άνθρωποι αποδέχονται αυτή την θεωρία, αλλά είναι πιθανό ότι πολλά από τα σημάδια που λαμβάνονται ως αποδείξεις από τους σημερινούς κυνηγούς φαντασμάτων θα θεωρούνται εξίσου λανθασμένα και ξεπερασμένα, αιώνες μετά.
Άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο λόγος που δεν έχει αποδειχθεί η ύπαρξη φαντασμάτων είναι επειδή δεν διαθέτουμε την κατάλληλη τεχνολογία. Αλλά και αυτό δεν μπορεί να είναι σωστό, καθώς είτε τα φαντάσματα υπάρχουν και εμφανίζονται στον συνηθισμένο φυσικό μας κόσμο και επομένως μπορούν να ανιχνευθούν και να καταγραφούν σε φωτογραφίες, ταινίες, βίντεο και ηχογραφήσεις, είτε όχι. Αν τα φαντάσματα υπάρχουν και μπορούν να ανιχνευθούν ή να καταγραφούν επιστημονικά, τότε θα έπρεπε να έχουμε αδιάσειστες αποδείξεις γι’ αυτό. Με τόσες πολλές βασικές αντιφατικές θεωρίες – και με τόσους λίγους επιστήμονες που ασχολούνται με το θέμα – δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι παρά τις προσπάθειες χιλιάδων κυνηγών φαντασμάτων στην τηλεόραση και αλλού εδώ και δεκαετίες, δεν έχει βρεθεί ούτε ένα σκληρό αποδεικτικό στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη φαντασμάτων.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που πιστεύουν στα φαντάσματα το κάνουν λόγω κάποιας προσωπικής εμπειρίας. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η απόδειξη της ύπαρξης των φαντασμάτων μπορεί να βρεθεί με τη βοήθεια της Σύγχρονης Φυσικής. Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είχε προτείνει μια επιστημονική βάση για την ύπαρξη των φαντασμάτων, βασισμένη στον Πρώτο Νόμο της Θερμοδυναμικής, σύμφωνα με τον οποίο, αν η ενέργεια δεν μπορεί να δημιουργηθεί ή να καταστραφεί αλλά μπορεί μόνο να αλλάξει μορφή, τότε τι συμβαίνει με την ενέργεια του σώματός μας όταν πεθαίνουμε; Θα μπορούσε αυτή με κάποιο τρόπο να εκδηλωθεί ως φάντασμα;
Ακούγεται λογικό, μέχρι να εμβαθύνετε στη Βασική φυσική. Η απάντηση είναι πολύ απλή και καθόλου μυστηριώδης. Αφού πεθάνει ένας άνθρωπος, η ενέργεια του σώματός του, πηγαίνει εκεί που πηγαίνει η ενέργεια όλων των οργανισμών μετά το θάνατο, δηλαδή, στο περιβάλλον.
Η ενέργεια απελευθερώνεται με τη μορφή θερμότητας, και το σώμα μεταφέρεται στα ζώα που μας τρώνε (δηλαδή στα άγρια ζώα, αν μείνουμε άταφοι, ή στα σκουλήκια και τα βακτήρια, αν μας θάψουν), και στα φυτά που μας απορροφούν. Δεν υπάρχει σωματική «ενέργεια» που να επιβιώνει του θανάτου για να ανιχνευθεί με τις δημοφιλείς συσκευές κυνηγιού φαντασμάτων.
Ενώ οι ερασιτέχνες κυνηγοί φαντασμάτων αρέσκονται να φαντάζονται ότι ερευνούν επιστημονικά τα φαντάσματα, στην πραγματικότητα επιδίδονται σε αυτό που οι λαογράφοι αποκαλούν «ostension ή legend tripping». Πρόκειται ουσιαστικά για μια μορφή θεατρικού παιχνιδιού κατά την οποία οι άνθρωποι αναβιώνουν έναν θρύλο, ο οποίος συχνά περιλαμβάνει φαντάσματα ή υπερφυσικά στοιχεία. Στο βιβλίο του με τίτλο «Εξωγήινοι, φαντάσματα και αιρέσεις: Θρύλοι που βιώνουμε», ο λαογράφος Bill Ellis επισημαίνει ότι οι ίδιοι οι κυνηγοί φαντασμάτων συχνά παίρνουν στα σοβαρά την αναζήτηση και «τολμούν να προκαλέσουν υπερφυσικά όντα για να τα αντιμετωπίσουν και στη συνέχεια να επιστρέψουν στην ασφάλεια. Ο σκοπός τέτοιων δραστηριοτήτων δεν είναι η ψυχαγωγία αλλά μια ειλικρινής προσπάθεια να δοκιμάσουν και να καθορίσουν τα όρια του πραγματικού κόσμου».
Αν τα φαντάσματα είναι αληθινά και αποτελούν κάποιο είδος άγνωστης ακόμη ενέργειας ή οντότητας, τότε η ύπαρξή τους (όπως όλες οι άλλες επιστημονικές ανακαλύψεις) θα ανακαλυφθεί και θα επαληθευτεί από επιστήμονες μέσω ελεγχόμενων πειραμάτων – όχι από κυνηγούς φαντασμάτων.
Επίσης, σήμερα, δεν έχουμε περισσότερες αποδείξεις για την ύπαρξη φαντασμάτων απ’ ό,τι ήταν πριν από έναν αιώνα. Υπάρχουν δύο πιθανοί λόγοι για την αποτυχία των κυνηγών φαντασμάτων να βρουν ισχυρές αποδείξεις. Ο πρώτος είναι ότι τα φαντάσματα δεν υπάρχουν και ότι οι αναφορές μπορούν να εξηγηθούν από την ψυχολογία, τις λανθασμένες αντιλήψεις, τις παρανοήσεις και τις φάρσες. Η δεύτερη εξήγηση είναι ότι τα φαντάσματα υπάρχουν, αλλά οι κυνηγοί τους δεν διαθέτουν τα επιστημονικά εργαλεία ή τη νοοτροπία για να ανακαλύψουν κάποια ουσιαστική απόδειξη.
Ωστόσο, το κυνήγι φαντασμάτων δεν έχει να κάνει καθόλου με τις αποδείξεις, γιατί αν ήταν έτσι, η αναζήτηση θα είχε εγκαταλειφθεί προ πολλού. Αντίθετα, πρόκειται για ένα είδος διασκέδασης. Εξάλλου, όλοι αγαπούν μια καλή ιστορία φαντασμάτων.