ΕΛΛAΔΑ
Ξεφυτρώνουν μποστάνια στις αθηναϊκές ταράτσες!
Τα μποστάνια των αστικών καλλιεργητών πολλαπλασιάζονται στις ταράτσες της πόλης, προσφέροντας χαρά στους ιδιοκτήτες τους και διασώζοντας παράλληλα ένα κομμάτι της αγροτικής μας κληρονομιάς

Ανταλλάσσουν παραδοσιακούς σπόρους, διαθέτουν ατελείωτες ώρες προσωπικής ενασχόλησης, δημιουργούν δίκτυα ατόμων με παρόμοια αγάπη για το χώμα και τη σπορά και εφαρμόζουν πρωτότυπες τεχνικές. Τα μποστάνια των αστικών καλλιεργητών πολλαπλασιάζονται στις ταράτσες της πόλης, προσφέροντας χαρά στους ιδιοκτήτες τους και διασώζοντας παράλληλα ένα κομμάτι της αγροτικής μας κληρονομιάς.
Ο Νίκος Βαλκάνος ήταν από τους πρώτους που δημιούργησαν τον δικό τους ταρατσόκηπο (σήμερα έχει τη μορφή ταρατσοαγρού), πριν από 20 χρόνια, ανοίγοντας δρόμο για παρόμοια εγχειρήματα στην Αθήνα. Ο ταρατσόκηπός του στην Αγία Παρασκευή είναι πραγματικά αξιοζήλευτο εγχείρημα ως προς τον τρόπο που δημιουργήθηκε. «Υπήρχε αυτή η ταράτσα του γκαράζ της πολυκατοικίας, η οποία “ερχόταν” σε συνέχεια της βεράντας μας. Με τη σύμφωνη γνώμη των υπόλοιπων ενοίκων, την “περάσαμε” στην αποκλειστική μας δικαιοδοσία, σπάσαμε και τον τοίχο της βεράντας και έτσι προέκυψε ο κήπος μας» εξιστορεί ο κ. Βαλκάνος, φιλόλογος στο επάγγελμα.
Στη συνέχεια, τοποθετήθηκε ένα πισσόπανο για την πρώτη μόνωση, ακολούθησε ένα μικρό στρώμα ελαφρόπετρας για τις αποστραγγίσεις και από πάνω τους, 80 πόντοι χώματος. Ολόγυρα, τοποθετήθηκαν σωλήνες, οι οποίοι κατεβάζουν τα νερά στον κήπο. Είκοσι χρόνια μετά τη δημιουργία του, ο κήπος δεν έχει εμφανίσει την παραμικρή διάβρωση.
Μόλις «κάθισε» το χώμα, ξεκίνησε μια πλούσια παραγωγή οπωροκηπευτικών. «Πιπεριές, ντομάτες, κολοκυθιές, μυρωδικά αλλά και ηλιοτρόπια που έφταναν τα τέσσερα μέτρα. Τόσο ωραίες και νόστιμες ήταν οι ντομάτες μου που έδινα και στη γειτονική ταβέρνα. Ζούσαμε σε “εξωτικό” περιβάλλον. Τα παιδιά μου έβαζαν γαλότσες και έπαιζαν στις λάσπες όταν έβρεχε. Κάποια στιγμή χρειάστηκε να πάρω μια φρέζα για να σκάβω και να περιποιούμαι όλη αυτήν την απαιτητική έκταση» εξιστορεί ο κ. Βαλκάνος.
Στο κέντρο του κήπου ο κ. Βαλκάνος έφτιαξε ένα κυκλικό, μεγάλο τραπέζι για τα γλέντια και τις χαρές της οικογένειας. Πάνω του, ο κ. Βαλκάνος σχεδίασε παιχνίδια όπως το σκάκι για να παίζουν η οικογένεια και οι φίλοι.
Το σημείο που τοποθετήθηκε το τραπέζι έχει επίσης ενδιαφέρον. «Από το κέντρο της ταράτσας του γκαράζ ξεπρόβαλε ένα πεύκο, το οποίο και ο μηχανικός της πολυκατοικίας είχε αποφασίσει να μην κόψει αρχικά. Στη συνέχεια, οι ένοικοι θέλησαν να αφαιρεθεί, οπότε και εγώ πάνω σε αυτόν τον υπάρχοντα κύκλο του μπετόν που μπήκε επιπρόσθετα για να κλείσει την τρύπα, έφτιαξα το τραπέζι».
Σήμερα, η εικόνα του ταρατσόκηπου θυμίζει αυτή ενός αγρού κάπου στην ελληνική ύπαιθρο. «Αφού ολοκληρώθηκε ο κύκλος ζωής του μποστανιού, σειρά πήραν τα δέντρα. Τα βότανα έμειναν: το δενδρολίβανο, η αρμπαρόριζα, το απήγανο που σύμφωνα με τη μυθολογία διώχνει τα κακά πνεύματα, η μουσμουλιά που φύτρωσε από ένα κουκούτσι που έπεσε κάτω και πήρε όλη τη γωνία» περιγράφει.
«Η ροδιά κέρδισε την άλλη πλευρά του κήπου. Η ελιά το ίδιο, όπως και τα δέντρο με τα κουμκουάτ. Και αυτό το κίτρινο το χαρακτηριστικό λουλούδι του ελληνικού αγρού, που με παρότρυναν οι φίλοι μου οι μελισσοκόμοι να μην το πειράξω αφού είναι πολύ σημαντικό για την επικονίαση των μελισσών».
Οσον αφορά την επιλογή των παραδοσιακών σπόρων, ο κ. Βαλκάνος εξηγεί γιατί τους «κυνηγά» στον ταρατσόκηπό του αλλά και στο χωράφι του στην Αρκαδία: «Οι αγρότες παραδοσιακά αντάλλασσαν μεταξύ τους τους σπόρους, διαδικασία που χάθηκε. Οταν διατηρείς παλιούς σπόρους, γίνεσαι κάτι σαν σταυροφόρος για αυτούς. Αναπαράγεις μια μνήμη. Αν έχω τη δυνατότητα να φάω το σινάπι και το κουκί της γιαγιάς μου, τα οποία έχω φέρει από το χωριό μου, για μένα έχω κάνει ένα πλήρη κύκλο με ρίζες. Κρατάω ζωντανή τη γλώσσα μου, την πολιτιστική μου ταυτότητα».
Σε κάθε περίπτωση, το πείραμα των αστικών ταρατσόκηπων απαιτεί σύμφωνα με τον ίδιο αφοσίωση, πέρα από τις μόδες, που πολλές φορές έχουν φέρει στο προσκήνιο αυτήν την τάση. «Θυμάμαι πως λίγο καιρό αφότου δημιούργησα τον κήπο μου, με κάλεσε ένα σχολείο της περιοχής να κάνω το ίδιο για λογαριασμό του. Ο δήμος έδωσε τα χρήματα, τον δημιουργήσαμε, χάρηκαν πολύ τα παιδιά. Στο τέλος της χρονιάς, το σχολείο έκλεισε όλες τις βρύσες. Το αυτόματο πότισμα σταμάτησε. Δεν είναι τραγικό;»...