Τα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού συνθέτουν ένα τελείως διαφορετικό σκηνικό στα θερινά σινεμά που προ πανδημίας έσφυζαν από σινεφίλ.
“Προφανώς και θα είναι ένα δύσκολο καλοκαίρι για όλους μας”, είπε μιλώντας στο Βήμα της Κυριακής η κ. Πέγκυ Ρίγγα που διαχειρίζεται τις αίθουσες ‘ΒΟΞ’ και ‘ΡΙΒΙΕΡΑ’ των Εξαρχείων. Ο κ. Σωτήρης Ρίγγας, αιθουσάρχης διαχειριστής του ‘ΑΘΗΝΑΙΑ’ στο Κολωνάκι, αναφερόμενος στη διαρρύθμιση των καθισμάτων δήλωσε: “Έχει ειπωθεί ότι θα απέχει η μία σειρά από την άλλη 1,5 μέτρο, κάτι που είναι απόλυτα λογικό βάσει των συνθηκών. Ακούγεται όμως έντονα ότι μπορεί να ζητηθεί και 1,5 μέτρο της κάθε καρέκλας από την άλλη στην ίδια σειρά, και κάτι τέτοιο, πολύ απλά, δεν μπορεί να γίνει. Είναι σαν να τους λέμε ‘μείνετε στο σπίτι σας, καλέστε φίλους και δείτε εκεί μία ταινία’”.
Ένα από τα ζητήματα που απασχολεί έντονα τους αιθουσάρχες είναι η μείωση του ΦΠΑ. Το ΦΠΑ εισιτηρίου των κινηματογραφικών αιθουσών στην Ελλάδα είναι 24%, το υψηλότερο στην Ευρώπη. “Είναι μία αδικία που κρατά χρόνια στον κλάδο μας, ενώ τα υπόλοιπα πολιτιστικά θεάματα βρίσκονται σε χαμηλότερες κλίμακες”, ανέφερε ο κ. Μανιάτης του ‘ΘΗΣΕΙΟΝ’ που όπως πολλοί συνάδελφοι του επιμένει στη μείωση ΦΠΑ στο 6% όπως ισχύει και στα θέατρα στην Ελλάδα.
Άλλος ένας παράγοντας που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι οι ταινίες. Ο κ. Ανδρέας Κονταράκης, κινηματογραφικός διανομέας αλλά και αιθουσάρχης του ‘ΚΑΡΜΕΝ’ και ‘ΣΤΕΛΛΑ’ ανέφερε: “Αμέσως μετά το φεστιβάλ του Βερολίνου ως διανομείς είχαμε προγραμματίσει 14 νέες ταινίες και τρεις επανεκδόσεις. Μόνον που αυτές οι ταινίες έχουν πληρωθεί για μία κανονική θερινή σεζόν, και όχι μία σεζόν με 40% χωριτικότητα... Πολλές αίθουσες προσανατολίζονται σε μία προβολή, επομένως χασούρα και από εκεί”.
Η κ. Ειρήνη Σουγανίδου, διανομέας της εταιρείας Feelgood Entertainment δήλωσε ότι “είναι άγνωστος ο αριθμός των θερινών κινηματογράφων που τελικά θα ανοίξουν. Το κόστος θα είναι αυξημένο και η λειτουργία ζημιογόνα, τόσο για την αίθουσα όσο και για τον διανομέα που έχει επενδύσει στην αγορά και στη διαφήμιση ταινιών βασιζόμενος σε άλλα μεγέθη αγοράς που σήμερα δεν μπορούν να προκύψουν”.
Πηγή πληροφοριών: Το Βήμα της Κυριακής