ΕΛΛAΔΑ
Θεοχάρης: «Ατυχής η απόφαση για τη βρετανική καραντίνα σε ελληνικά νησιά»
«Έχουμε κάνει εκατοντάδες, χιλιάδες τεστ στα σύνορα - Και βρίσκουμε μόνο 0,2% θετικά τεστ», ανέφερε ο υπουργός Τουρισμού σε συνέντευξη στο Sky News
SHARE:
«Νιώθουμε ότι πρόκειται για μια πολύ ατυχή απόφαση και δε δικαιολογείται από τα στοιχεία. Υπενθυμίζω ότι τα 20 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους είναι το όριο που έχει επιβάλει η ίδια η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και εμείς είμαστε κάπου μεταξύ 13 και 14, με πτωτική τάση. Πρόκειται, λοιπόν, για πραγματικά ατυχή, κατά την άποψή μας, απόφαση».
Αυτό δήλωσε ο υπουργός Τουρισμού κ. Χάρης Θεοχάρης στο Sky News σε συνέχεια της απόφασης για την καραντίνα που θα τίθενται οι Βρετανοί που επιστρέφουν από επτά ελληνικά νησιά (Λέσβο, Τήνο, Σέριφο, Μύκονο, Κρήτη, Σαντορίνη και Ζάκυνθο), έπειτα από αλλαγή της ταξιδιωτικής σύστασης του βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών.
Ο κ. Θεοχάρης απάντησε και στους υπαινιγμούς που έχουν εκφραστεί ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν ήταν εντελώς ανοιχτή ως προς τον αριθμό των κρουσμάτων κορωνοϊού, για να μπορέσει να διατηρήσει τον τουρισμό στη χώρα. «Αυτό σίγουρα δεν αληθεύει. Έχουμε δουλέψει πολύ στενά με τη βρετανική κυβέρνηση. Μάλιστα, έχουμε αυξήσει τον αριθμό των τεστ που κάνουμε στα hotspots, σε περιοχές για τις οποίες έχουν επιφυλάξεις και έχουμε μοιραστεί όλα τα δεδομένα μαζί τους. Και εξακολουθούμε να είμαστε μια από τις χώρες με τα χαμηλότερα επίπεδα κορωνοϊού. Σίγουρα, λοιπόν, αυτό δεν ισχύει. Μάλιστα, λαμβάνουμε αυστηρές και δύσκολες αποφάσεις σε συγκεκριμένες περιοχές, όπου βλέπουμε να υπάρχει συγκέντρωση κρουσμάτων, αψηφώντας τις οικονομικές συνέπειες. Προτεραιότητά μας είναι η ασφάλεια των πολιτών μας και των επισκεπτών μας».
Οσον αφορά την έξαρση των κρουσμάτων τις τελευταίες εβδομάδες παρά το γεγονός ότι η χώρα αντιμετώπισε σχετικά καλά το πρώτο κύμα του κορωνοϊού και αν οφείλεται αυτό στο γεγονός ότι οι τουρίστες φέρνουν τον κορωνοϊό ο κ. Θεοχάρης απέδωσε το γεγονός σε πολλούς και διαφορετικούς λόγους: «Κανείς δεν είπε ότι ανοίγοντας την οικονομία μας δε θα αναμέναμε μια σταδιακή αύξηση των κρουσμάτων. Αυτό είναι σημαντικό, αρκεί να διατηρείται υπό έλεγχο και να μην προκαλεί προβλήματα στο σύστημα υγείας. Νομίζω ότι το είδαμε αυτό σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση. Αν μη τι άλλο, σε αυτό το δεύτερο κύμα θα έλεγα ότι είμαστε ακόμα πιο επιτυχημένοι σε σχετικούς όρους. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, για να δημιουργήσουμε τα πρωτόκολλα, τα επιπλέον τεστ, τα τεστ στα αεροδρόμια. Εφαρμόσαμε διαγνωστικά τεστ στα αεροδρόμια αυτό από την πρώτη μέρα.
Ελέγχουμε περίπου το 15% των επισκεπτών που εισέρχονται στη χώρα. Το κάνουμε με τη βοήθεια ενός συστήματος τεχνητής νοημοσύνης και έτσι είναι πολύ στοχευμένο. Στην ουσία διπλασιάζουμε το αποτέλεσμα των τεστ που διεξάγουμε. Έχουμε δημιουργήσει ένα συνολικό σχέδιο που έχει κρατήσει τη χώρα μας σε σχετική κατάσταση ελέγχου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Αυτό είναι καλό. Είναι κατανοητό ότι κάθε χώρα λαμβάνει τις αποφάσεις που θεωρεί απαραίτητες για τους πολίτες της. Παραμένουμε ανοιχτοί στους άλλους προορισμούς. Και θα υποδεχόμασταν Βρετανούς τουρίστες στους προορισμούς αυτούς».
Σύμφωνα με τον υπουργό Τουρισμού τα τεστ στα αεροδρόμια λειτουργούν εξαιρετικά καλά (σ.σ. στο Ηνωμένο Ηνωμένο Βασίλειο υπάρχει η άποψη ότι τα τεστ εντοπίζουν μόνο το 7% των κρουσμάτων). «Έχουμε κάνει εκατοντάδες, χιλιάδες τεστ στα σύνορα. Και βρίσκουμε μόνο 0,2% θετικά τεστ. Αυτό είναι πολύ καλό ποσοστό. Έχουμε χαμηλότερο ποσοστό εντός της Ελλάδας. Νιώθουμε ότι διατηρήσαμε την κατάσταση υπό έλεγχο χάρη σε αυτό το σύστημα. Με χαρά μας να μοιραστούμε τις πρακτικές λεπτομέρειες, το έχουμε κάνει ήδη με έναν αριθμό ευρωπαϊκών χωρών. Και με χαρά μας θα το κάναμε αυτό με το Ηνωμένο Βασίλειο, με το οποίο είμαστε σε ανοιχτή συζήτηση σε όλη αυτή την περίοδο».
Ο κ. Θεοχάρης ανέφερε ότι από την αρχή η επιστροφή στην κανονικότητα, το σταδιακό άνοιγμα των συνόρων, ήταν ένα ευρωπαϊκό εγχείρημα και επανέλαβε ότι οι Βρετανοί είναι ευπρόσδεκτοι στην Ελλάδα, θεωρώντας ότι η Ελλάδα διαθέτει το σύστημα για τον έλεγχο της κατάστασης. Επιπλέον, η χώρα έχει ενισχύσει σε μεγάλο βαθμό το εθνικό σύστημα υγείας μας κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης και υπάρχει επαρκής υποστήριξη για τις ανάγκες τόσο των επισκεπτών όσο και των πολιτών.