Ενοχή χωρίς κανένα ελαφρυντικό για τους δύο κατηγορούμενους ζήτησε η εισαγγελέας της έδρας από δικαστές και ενόρκους για το βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη δηλώνοντας την απόλυτη βεβαιότητά της για την από κοινού βασανιστική θανάτωση της φοιτήτριας.
“Οι στυγεροί δολοφόνοι όταν θα ξέρουν ότι θα μπουν μέσα στη φυλακή και δε θα ξαναδούν το φως του ήλιου παρά μόνο στο χώρο της φυλακής, ίσως μαζευτούν γιατί οι γυναικοκτονίες κατάντησαν μάστιγα” τόνισε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη.
“Μπορεί το σώμα της να είναι θαμμένο στη γη, η ψυχή της όμως είναι πολύ ψηλά. Απεναντίας οι δολοφόνοι και οι βιαστές της μπορεί το σώμα τους να είναι εδώ προς την επιφάνεια της γης, όμως η ψυχή τους είναι στα τάρταρα” δήλωσε ο πατέρας της άτυχης φοιτήτριας.
Η εισαγγελική λειτουργός αφού περιέγραψε το πως συναντήθηκε η φοιτήτρια με τον κατηγορούμενο αλβανικής καταγωγής και ανακάλυψε ότι μαζί τους θα έρθει και ένας Ροδίτης φίλος του, έφτασε στη στιγμή που τα τρία παιδιά πήγαν στο σπίτι του τελευταίου στους Πεύκους.
«Πήγαν στο δώμα και έπιναν ποτό. Στη 01.07 λεπτά η Ελένη στέλνει μήνυμα στη φίλη της «πάρε με σε μια ώρα τηλέφωνο». Το μήνυμα αυτό σημαίνει για μένα ότι «δεν περνάω καλά, κάτι συμβαίνει». Είχε ένστικτο. Παρά την αντίθετη βούληση της και με την άσκηση σωματικής βίας προχώρησαν μαζί της διαδοχικά σε συνουσία. Η άσκηση βίας αποδεικνύεται από τις αμυχές στο κορμί της, τις κακώσεις, τα σημάδια από τα μαχαίρια. Οι κακώσεις έγιναν εν ζωή. Η μη ύπαρξη κακώσεων στα γεννητικά όργανα δεν προβληματίζει αφού έμεινε για αρκετή ώρα στο νερό. Το κορίτσι προσπάθησε να αντισταθεί και προειδοποίησε ότι θα τους καταγγείλει» σημείωσε.
Η προειδοποίηση της Ελένης ήταν που χτύπησε το «καμπανάκι» στο μυαλό των δυο κατηγορούμενων, οι οποίοι «σκεπτόμενοι τις συνέπειες αυτού της κατάφεραν πλήγματα στο κεφάλι με σίδερο προκαλώντας της αιμορραγία και οίδημα. Οι κατηγορούμενοι αντιλαμβανόμενοι την κατάσταση τη μετέφεραν στο μπάνιο κι εκείνη αιμορραγούσε ακατάσχετα. Όταν είδαν την κρισιμότητα της κατάστασης την μετέφεραν στο αυτοκίνητο».
Σύμφωνα με την εισαγγελέα, «για τη μεταφορά είναι βέβαιο ότι απαιτούνταν δυο άτομα αφού το κορίτσι δεν θα μπορούσε να σταθεί στα πόδια του. Αντί την ύστατη στιγμή να τη βοηθήσουν, την οδήγησαν σε ερημική παραλία. Σταμάτησαν σε ένα πλάτωμα. Έριξαν την Ελένη ζωντανή στη θάλασσα για να μην εντοπιστεί ποτέ και να πεθάνει εκεί. Και οι δυο σήκωσαν το σώμα, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς τους. Προκύπτει από την κατάθεση του ιατροδικαστή ότι ενόψει ότι η Ελένη ήταν ψηλή κοπέλα και βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση και δεν ήταν δυνατόν να την σηκώσει κάποιος μόνος. Ούτε υπάρχουν σημάδια από σύρσιμο επάνω της. Τεκμαίρεται ότι συνεργάστηκαν και οι δυο για να πετάξουν την Ελένη στη θάλασσα».
Οι κατηγορούμενοι -σύμφωνα με την εισαγγελέα- επέστρεψαν στο σπίτι για να καθαρίσουν το φορτηγάκι, το σπίτι και να μαζέψουν τα προσωπικά αντικείμενα της κοπέλας. Σε 40-45 λεπτά εντοπίστηκαν ξανά στο ίδιο σημείο που έριξαν την Ελένη για να ξεφορτωθούν τα πράγματα της. Όμως πολλά κόλλησαν στη βλάστηση γιατί ο γκρεμός δεν ήταν κάθετος.
«Ο θάνατος θα ερχόταν έτσι κι αλλιώς, απλώς διάλεξαν να την πετάξουν στη θάλασσα» ξεκαθάρισε η εισαγγελική λειτουργός και συμπλήρωσε ότι η Ελένη Τοπαλούδη, παρά τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων «ήξερε ότι απλώς πηγαίνει για σουβλάκια, ήταν απλά ντυμένη και αν ήθελε να κάνει τρίο θα το έκανε στο σπίτι της, δεν ήταν ανάγκη να πάει σε άλλο σπίτι».
Τα σκισμένα ρούχα της Ελένης καταδεικνύουν την υπέρμετρη πάλη που προηγήθηκε κατά την εισαγγελέα, η οποία πρόσθεσε πως «αν η Ελένη συμμετείχε σε αυτό το σκηνικό οικεία βουλήσει θα ζούσε ακόμα και δεν υπήρχε λόγος για όλο αυτό που έγινε».
Καταλήγοντας η εισαγγελέας ανέφερε: «Η ανθρωποκτονία τελέστηκε και από τους δυο προκειμένου να σωπάσει η κοπέλα. Αν κάποιος δεν ήθελε, θα καλούσε σε βοήθεια. Η γιαγιά και ο παππούς του ενός ήταν στο ισόγειο. Όλες οι μετέπειτα ενέργειες τους αποδεικνύουν ότι έγιναν όλα από κοινού».
Σχετικά με τον ισχυρισμό για άρση του καταλογισμού του εγκλήματος στον Ροδίτη κατηγορούμενο η εισαγγελέας ανέφερε: «Δεν προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία ότι οι κατηγορούμενοι δεν αντιλήφθηκαν τις πράξεις τους ή είχαν μειωμένη ικανότητα αντίληψης. Ο ψυχίατρος που εξέτασε τους κατηγορουμένους αμέσως μετά τη σύλληψη, δεν διαπίστωσε ψυχοπαθολογίες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν».
Στο δικαστήριο επικράτησε ένταση, όταν η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη, κατά τη μεταγωγή των δύο κατηγορουμένων στη δικαστική αίθουσα, επιχείρησε να τους επιτεθεί. Στο πλευρό της, βρέθηκαν από το πρωί οι μητέρες κοριτσιών που έχουν δολοφονηθεί από τους συντρόφους τους.
“Αυτό που ζητάω εδώ και τώρα και όλες οι μανάδες των αδικοχαμένων ψυχών είναι συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη. Δεν έχουν δικαιώματα μόνο οι δολοφόνοι αλλά και εμείς οι μανάδες των αδικοχαμένων κοριστιών, και με όλους τους αρχηγούς των κομμάτων” τόνισε η μητέρα της Ελένης.
“Ακόμα και σήμερα δυστυχώς δεν έχουν πει μία συγγνώμη. Ακόμα και σήμερα ο ένας αρνείται ότι έχει κάνει το παραμικρό. Δυστυχώς η Ελένη Τοπαλούδη δε θα γυρίσει ποτέ” δήλωσε ο δικηγόρος της οικογένειας Τοπαλούδη, Αλέξης Κούγιας.
Η ετυμηγορία του δικαστηρίου θα βγει στις 18 Μαΐου.