ΕΛΛAΔΑ
"Ήταν πολύ καταπιεσμένο παιδί" λέει θεία του 46χρονου πατροκτόνου με το αλυσοπρίονο
Τι είπαν φίλοι και συγγενείς για δράστη και θύμα
Σοκαρισμένο είναι το πανελλήνιο από το φρικτό έγκλημα στα Τρίκαλα με τον 46χρονο που φέρεται να διαμέλισε τον πατέρα του με αλυσοπρίονο στα Τρίκαλα. Θεία του δράστη μίλησε σήμερα στο STAR λέγοντας ότι είναι ένα καταπιεσμένο παιδί που είχε μεγάλη αδυναμία στη μητέρα του συμπληρώνοντας ότι «Δεν ξαναμιλήσαμε ποτέ από την κηδεία της μητέρας του και μετά».
«Ήταν πολύ καταπιεσμένο παιδί. Είχε αργήσει να κάνει παιδί και τον είχε όλο “μη και μη”. Είχε αδυναμία στη μαμά του. Πέθανε η μάνα του, την αγαπούσε πολύ. Τώρα τι του έφταιγε, ποιος ξέρει; Δεν ξαναμιλήσαμε ποτέ από την κηδεία της μητέρας του και μετά. Θα πάει στο ψυχιατρείο. Τόσο μίσος; Τόσο;», είπε χαρακτηριστικά η θεία του δράστη.
Στη συνέχεια μίλησε ο γαμπρός του 77χρονου θύματος ο οποίος σημείωσε:
«Ήταν γλυκό παιδί. Ό,τι ήθελες το έκανες. Είχαν καβγαδάκια χρόνια. Δεν ξέρω τι συνέβη. Πώς φτάσανε σε αυτό το σημείο. Δεν το χωράει το μυαλό μου. Ο πατέρας του τον μάλωνε συνέχεια. Το παιδί μεγαλώνοντας, σιγά σιγά ήθελε να πάρει το μαγαζί. Ό,τι έλεγε το παιδί ήταν αντίθετος ο πατέρας. Δεν άφηνε το παιδί να πάρει πρωτοβουλίες».
Το πρωί της Δευτέρας η εκπομπή της Δανάης Μπάρκα επικοινώνησε με έναν από τους φίλους του 46χρονου λέγοντας αρχικά ότι «είναι καλό παιδί, και ο δράστης και το θύμα. Τον ήξερα, γνωριζόμαστε χρόνια. Κατασκεύαζαν καρέκλες, νοίκιαζαν καρέκλες σε πανηγύρια, γάμους. Τώρα το πώς έγινε, τι να πω. Έχουμε “μείνει” και εμείς, έχουμε πάθει σοκ. Τον δράστη τον ήξερα καλά, καφέ πίναμε, γείτονας ήταν. Τι να σου πω τώρα, αυτό ήταν ακραίο, πώς προέκυψε τι και πως δεν μπορώ να ξέρω».
Σε ερώτηση των συντελεστών της εκπομπής για το αν είχε διαφωνίες με τον πατέρα του είπε: «Όχι. Αν κάπως αυτοί είχαν τα δικά τους, πάντως δεν είχαν δείξει κάποια δείγματα, ούτε φασαρίες έκαναν στη γειτονιά. Γνωριζόμαστε χρόνια, τα μαγαζιά μας είναι 30 χρόνια. Δεν υπήρχαν φασαρίες εδώ πέρα».
Τέλος, ανέφερε ότι «ο δράστης είναι ανύπαντρος, δεν έχει παιδιά. Τους έβλεπα κάθε πρωί, πήγαινε στο μαγαζί ο κόσμος. Ήσυχοι ήταν. Δεν είχαμε δείγματα για να δούμε κάτι παραπάνω. Η μητέρα του είχε πεθάνει, έχει κάμποσο καιρό».