Σε μια περίοδο που το κυκλοφοριακό ζήτημα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας λόγω των αναμορφώσεων και των παρεμβάσεων για τη δημιουργία του «Μεγάλου Περιπάτου» στην «καρδιά» της Αθήνας, έρχεται στη Βουλή το σχέδιο νόμου που επιχειρεί να βάλει «φρένο» στο αναιτιολόγητο κλείσιμο δρόμων. Το νομοσχέδιο θα κατατεθεί τις επόμενες ημέρες, με στόχο να «προλάβει» σκηνές κυκλοφοριακού χάους εν μέσω θέρους και τουριστικής περιόδου και αναμένεται να προκαλέσει πολιτικούς διαξιφισμούς.
Το «Εθνος της Κυριακής» αποκαλύπτει την τελική μορφή του, η οποία προβλέπει περιορισμούς των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων «εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή τους θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής» και την υποχρεωτική γνωστοποίηση της συγκέντρωσης από τον οργανωτή στην Αστυνομία μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας.
Το σχέδιο νόμου, το οποίο ενσωματώνει βασικές προτάσεις που είχε παρουσιάσει το 2012 ο τότε δήμαρχος Αθηναίων Γ. Καμίνης ύστερα από εργασία επιτροπής στην οποία μετείχαν μεταξύ άλλων οι καθηγητές Αλιβιζάτος και Μανιτάκης, καλύπτει ένα υπαρκτό κενό στην προστασία των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών που προβλέπει το Σύνταγμα και επιχειρεί να διαμορφώσει ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο για την άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι και ειδικότερα για τη διενέργεια δημόσιων συναθροίσεων.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επιδιώκεται η διασφάλιση της άσκησης του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, εντός ενός θεσμικού πλαισίου που συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας και είναι εναρμονισμένο με τις επιταγές του άρθρου 11 του Συντάγματος και του άρθρου 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ώστε αφενός μεν να προστατεύεται η δημόσια ασφάλεια και να μη διαταράσσεται υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή ορισμένης περιοχής, αφετέρου δε να διασφαλίζεται ισόρροπα η ακώλυτη άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος των πολιτών.
Ταυτόχρονα, επιχειρείται η σαφής οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων της αστυνομικής αρχής.
Ανοιχτοί δρόμοι
Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο οι διαδηλώσεις που δεν έχουν μαζικό χαρακτήρα να διεξάγονται χωρίς να διαταράσσεται η ζωή στο κέντρο της πρωτεύουσας. Κομβικό ρόλο θα έχει εφεξής ο «οργανωτής» της κάθε πορείας, ο οποίος θα είναι υποχρεωμένος να γνωστοποιήσει είτε στην ΕΛ.ΑΣ. είτε στο Λιμενικό τον τόπο και τον χρόνο της διαδήλωσης. Αυτό θα μπορεί να γίνει εγγράφως ή μέσω Διαδικτύου.
Ο «οργανωτής» θα πρέπει να δηλώσει τα στοιχεία ταυτότητας και επικοινωνίας του, τον χρόνο έναρξης και λήξης της συνάθροισης, τον σκοπό, καθώς και την προτεινόμενη διαδρομή. Τι θα συμβεί, όμως, εάν δεν υπάρχει κάποιος οργανωτής; Το σχέδιο νόμου θα ορίζει ότι «αυθόρμητη συνάθροιση που δεν έχει γνωστοποιηθεί δύναται να επιτραπεί εφόσον δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική Αρχή καλεί τους συμμετέχοντες να ορίσουν οργανωτή, εφόσον οι υφιστάμενες συνθήκες το επιτρέπουν, ενώ δύναται να επιβάλει περιορισμούς. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, η αστυνομική ή λιμενική Αρχή δύναται να προβεί στη διάλυση της ανωτέρω συνάθροισης». Στις «υποχρεώσεις» του υπευθύνου για την πορεία αναφέρονται τα εξής: «Ο οργανωτής συνεργάζεται με την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική Αρχή και ιδίως με τον αστυνομικό ή λιμενικό διαμεσολαβητή και θα συμμορφώνεται στις υποδείξεις τους παρέχοντας τη συνδρομή του στην προσπάθεια για την τήρηση της τάξης και την ομαλή πραγματοποίηση της συνάθροισης. Ενημερώνει τους μετέχοντες στη συνάθροιση για την υποχρέωσή τους να μη φέρουν και χρησιμοποιούν αντικείμενα πρόσφορα για την άσκηση βίας και ζητά την παρέμβαση της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής Αρχής για την απομάκρυνση ατόμων που φέρουν τέτοια αντικείμενα. Ορίζει επαρκή αριθμό ατόμων, τα οποία παρέχουν συνδρομή στην περιφρούρηση της συνάθροισης».
Κατά τη διάρκεια του 2019 πραγματοποιήθηκαν συνολικά 3.101 πορείες και συγκεντρώσεις πολιτών σε όλη τη χώρα, στις οποίες διατέθηκαν συνολικά 96.409 αστυνομικοί
Στο νομοσχέδιο θα περιλαμβάνονται και προβλέψεις για περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης. Θα ορίζεται δηλαδή πότε μια πορεία που βρίσκεται σε εξέλιξη θα πρέπει να διαλυθεί από τις Αρχές. Αυτό θα συμβαίνει όταν πραγματοποιείται παρά την έκδοση απόφασης απαγόρευσης, όταν οι συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν, όταν λαμβάνει χώρα χωρίς να έχει γνωστοποιηθεί και όταν ξεσπούν επεισόδια.