Ένα σχόλιο γράφτηκε χθες στο cretalive που αφορούσε τα καμώματα του προέδρου του δικηγορικού συλλόγου Αθηνών Δ.Βερβεσού. Και κάπου αναφερόταν ότι "δεν έπεισε με τις αίολες εξηγήσεις του"...Η διόρθωση έσπευσε να το μετατρέψει αυτό σε "έωλες εξηγήσεις" κάνοντας το πιο συνηθισμένο λάθος στον λόγο μας!
Τελικά είναι αίολα τα επιχειρήματα ή έωλα; Οι περισσότεροι γλωσσολόγοι και φιλόλογοι -με πρώτον τον Μπαμπινιώτη- γνωρίζουν καλά ότι δεν μπορεί παρά να είναι αίολα στην συγκεκριμένη περίπτωση! Άλλοι πάλι διαφωνούν...
Αρκετοί χρησιμοποιούν μόνον το πρώτο επίθετο (έωλος), και μάλιστα λανθασμένα, καθώς του αποδίδουν τη σημασία που στην πραγματικότητα έχει το δεύτερο επίθετο (αίολος).
Το επίθετο έωλος, που απαντά ήδη στην αρχαία ελληνική γλώσσα ως παράγωγο του ουσιαστικού έως (αυγή, χάραμα, πρωί, πρωία, ημέρα), δηλώνει : ο μιάς ημέρας, ο από της προηγουμένης, χθεσινός (κυριολεκτική σημασία), παλαιός, ξεπερασμένος, απαρχαιωμένος (μεταφορική σημασία), μη νωπός – φρέσκος, μπαγιάτικος, αλλοιωμένος (συνεκδοχικά, για τρόφιμα που έχουν απομείνει από την προηγούμενη ημέρα).
Η λόγια αυτή λέξη χρησιμοποείται στο γραπτό κυρίως λόγο, στη θέση του επιθέτου μπαγιάτικος, προκειμένου να δηλωθεί τροφή που έχει χάσει τη φρεσκάδα της ή έχει χαλάσει. Εφικτή είναι η χρήση τού έωλος και με τη μεταφορική σημασία του, και πάλι αντί του επιθέτου μπαγιάτικος, όταν θέλουμε να κάνουμε λόγο για κάτι που έχει παλιώσει και δεν προκαλεί πλέον εντύπωση ή ενδιαφέρον: «Πρέπει να συνειδητοποιήσεις ότι πάλιωσε πια αυτό αυτό που είπες, έγινε έωλο».
Όμως, με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε το επίθετο έωλος με τη σημασία τού αβάσιμος ή αστήρικτος.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις όπου γίνεται λόγος για «έωλες υποσχέσεις» και «έωλα επιχειρήματα» επιβάλλεται να αντικαταστήσουμε το επίθετο έωλος με το επίθετο αίολος.
Το τελευταίο αυτό επίθετο δεν είναι άλλο από το επίθετο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας αιόλος, που σήμαινε ταχέως κινούμενος, ευκίνητος, ευμεταχείριστος (κυριολεκτική σημασία), ευμετάβλητος, άστατος, δόλιος, πανούργος, ολισθηρός (μεταφορική σημασία).
Στη νέα ελληνική γλώσσα ο τόνος του επιθέτου έχει αναβιβαστεί στην προπαραλήγουσα, προφανώς υπό την επίδραση του προπαροξύτονου κυρίου ονόματος Αίολος (ο θεός των ανέμων, ορμητικός, ευμετάβολος και ασταθής).
Ετσι λοιπόν όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι κάτι στερείται λογικού ερείσματος ή επαρκούς στηρίξεως, ότι μπορεί εύκολα να ανατραπεί, ότι είναι αθεμελίωτο, σαθρό, αναξιόπιστο και αναπόδεικτο, θα χρησιμοποιήσουμε το επίθετο αίολος. Αυτά τα ολίγα!