ΑΠΟΨΕΙΣ
Περί μητρικού φίλτρου
" Η φόνισσα μάνα δεν θέτει ερωτήματα για την ορθότητα των σκέψεων και αποφάσεών της, ούτε και ελέγχει τα συναισθήματά της, αλλά δρα όντας έρμαιό τους"
Του Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη
Όσα ήλθαν στο φως της δημοσιότητας σχετικά με τη θανάτωση ενός μικρού κοριτσιού από την ίδια τη μητέρα του και όσα λέγονται για το θάνατο των δύο μικρότερων αδελφών του, από τη μητέρα τους επίσης, έχουν συνταράξει την ελληνική κοινωνία κι έχουν θέσει εν αμφιβόλω μια από τις θεωρούμενες «σταθερές» της κοινωνικής ζωής. Αναφέρομαι στη «σταθερή» της μητρικής αγάπης, του μητρικού φίλτρου, όπως λέγεται. Θεωρούμε ότι η αγάπη της μητέρας προς το παιδί της, αυτό που κυοφόρησε για εννέα μήνες στα σπλάχνα της, είναι ενστικτώδης, όπως τη βλέπουμε σε όλο σχεδόν το ζωικό βασίλειο: η μάνα πάντα φροντίζει και προστατεύει τα μικρά της, ακόμη και με κίνδυνο της ζωής της, μέχρις ότου καταστούν ικανά να επιβιώσουν χωρίς την προστασία και τη συνδρομή της. Επομένως, εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδειχθεί ότι η ίδια η μητέρα σκότωσε το παιδί της, έχοντας πλήρη συνείδηση και επίγνωση της πράξεως της, τότε έχουμε μια ανατροπή των βεβαιοτήτων μας, αφού ανατρέπεται ακόμη και η θεωρούμενη ως η πλέον «ιερή» και σταθερή σχέση: η σχέση αγάπης μεταξύ μάνας και παιδιού.
Δεν είναι σκοπός μου να ψυχολογήσω τη συγκεκριμένη γυναίκα-μάνα. Αυτό είναι θέμα των ειδικών ψυχολόγων και ψυχιάτρων. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι η φιλοσοφική πλευρά του προβλήματος και η επιπτώσεις του στην κοινωνία. Σκέφτομαι πόσο «λογική» μπορεί να είναι η παράνοια αλλά και πόσο «παρανοϊκή» μπορεί να είναι η λογική. Και εξηγούμαι: μια μάνα που φτάνει στο σημείο να σκοτώσει το παιδί της, εφόσον δεν είναι ψυχοπαθής, πάντα έχει μια δικαιολογία, έχει ένα επιχείρημα ή και περισσότερα. Άρα, αυτό που όλοι οι «φυσιολογικοί» άνθρωποι θεωρούμε παράλογο, γι’ αυτήν είναι λογικό, αιτιολογείται και άρα δικαιολογείται, όπως νομίζει. Η παράνοια και ο παραλογισμός έχουν στο μυαλό της τη λογική τους εξήγηση, υπάρχει τουτέστιν μια λογική σχέση πραγμάτων και γεγονότων. Στο νου τέτοιων ανθρώπων έχει καλλιεργηθεί μια αντίληψη λογικής αιτιότητας, έτσι ώστε η αποτρόπαια πράξη τους να θεωρείται λογική συνέπεια κάποιων συλλογισμών, που ωστόσο βασίζονται στα συναισθήματα του μίσους και όχι στη λογική, η οποία θολώνεται. Πρόκειται για ένα είδος διαστροφής της λογικής, αφού δεν ζητείται η αλήθεια των προτάσεων πάνω στις οποίες χτίζεται ο συλλογισμός, λαμβάνεται η απόφαση και διαπράττεται το έγκλημα. Η φόνισσα μάνα δεν θέτει ερωτήματα για την ορθότητα των σκέψεων και αποφάσεών της, ούτε και ελέγχει τα συναισθήματά της, αλλά δρα όντας έρμαιό τους. Η απάντηση στο αναφυόμενο πρόβλημα είναι γι’ αυτήν δεδομένη εξαρχής, δεν υπάρχει προβληματισμός, συζήτηση ή εσωτερική σύγκρουση. Μιλάμε για μια παρανοϊκή λογική, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αλλαγή στάσης, που δεν επιτρέπει την αποδοχή του σφάλματος, που αποκλείει τη μετάνοια και τον συνειδησιακό αναπροσανατολισμό.
Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στην κοινωνία μας; Ναι, υπάρχουν. Όλοι, δυνητικά, κρύβουμε ένα τέτοιο άνθρωπο μέσα μας, όλοι δυσκολευόμαστε πολλές φορές να σκεφτούμε λογικά, όλοι συχνά αφηνόμαστε στο έλεος των αρνητικών συναισθημάτων, όλοι έρχονται φορές που λειτουργούμε χωρίς ενσυναίσθηση. Είμαστε, δυνητικά πάντα, εμμονικοί, νάρκισσοι, ιδεοληπτικοί, ανειλικρινείς με τον εαυτό μας. Χτίζουμε μια εικόνα του, αυτή που αρέσει σ’ εμάς, και μένουμε προσκολλημένοι σ’ αυτήν σαν στρείδια, χωρίς να κάνουμε ένα βήμα ψυχικής, λογικής και συναισθηματικής ανέλιξης.
Ωστόσο κι ενώ όλοι κρύβουμε αυτόν τον άνθρωπο μέσα μας, όταν συμβεί και κάποιος τον φανερώσει με τραγικό τρόπο, εξανιστάμεθα, γιατί δεν πιστεύουμε πως αυτό είναι δυνατόν. Επιπλέον, προσπαθούμε, κατά κάποιο τρόπο, να αποτρέψουμε το κακό, αντιμετωπίζοντας τον δράστη ως καταραμένο, ως αποδιοπομπαίο τράγο, ως μίασμα που πρέπει να εξαφανιστεί, για να μη μολύνει και μιάνει εμάς τους «καθαρούς». Γι’ αυτό και παρατηρείται το φαινόμενο πολλοί να αποδοκιμάζουν έντονα τέτοιους δράστες φρικτών εγκλημάτων κατά τη μεταγωγή τους στα δικαστήρια ή στις φυλακές. Πέρα από την αποδοκιμασία για το έγκλημα καθεαυτό, στο βάθος η κοινότητα θέλει μ’ αυτό τον τρόπο να προστατέψει τον εαυτό της, να εξορκίσει το κακό που ανατρέπει όλες τις αξίες και τις κοινωνικές «σταθερές».
Ο φόνος του παιδιού από την ίδια τη μητέρα του (εφόσον αποδειχθεί τελεσίδικα) είναι όντως ένα γεγονός σπάνιο μεν, δυνατόν δε. Η ελληνική μυθολογία και το αρχαίο ελληνικό θέατρο μάς έχουν δώσει αρχετυπικούς χαρακτήρες, ώστε να μη μας προετοιμάσει, ούτως ειπείν, για εγκλήματα σαν κι αυτό του φόνου των παιδιών από τη μητέρα τος. Για παράδειγμα: ο Οιδίποδας (αν και ακούσια) γίνεται πατροκτόνος, νυμφεύεται τη μητέρα του, την Ιοκάστη, και αποκτά παιδιά μαζί της, ανατρέποντας τους οικογενειακούς δεσμούς‧ ο Ορέστης γίνεται μητροκτόνος, σκοτώνοντας τη μητέρα του, την Κλυταιμνήστρα, που είχε συμπράξει στη δολοφονία του άντρα της, του Αγαμέμνονα‧ η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της από ζήλεια και εκδίκηση προς το σύζυγό της Ιάσονα που την εγκατέλειψε για κάποια άλλη γυναίκα. Έτσι, οι αρχαίοι θεατρικοί συγγραφείς και ποιητές μάς κληροδότησαν, μαζί με όλα τα υπόλοιπα, και αυτά τα αρχέτυπα, για να μας θυμίζουν ότι στην ανθρώπινη ζωή υπάρχει και ο παραλογισμός που, χρησιμοποιώντας τη λογική ως προκάλυμμα, οδηγεί στο θάνατο και την καταστροφή. Επομένως, είναι σαν να μας λένε ότι δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα βέβαιοι για την πορεία της προσωπικής και συλλογικής ζωής, ότι το παράλογο παραμονεύει παντού και πως όταν εμφανιστεί, όλα τα ανατρέπει. Είναι τότε που είτε εγείρονται σωτηριώδη ερωτήματα για την ανθρώπινη συνθήκη είτε ζητούνται απαντήσεις που δεν υπάρχουν είτε μια πρόχειρη και φευγαλέα ψυχολογικής και κοινωνικής φύσεως «εξέγερση» είναι αρκετή να κατευνάσει προσωρινά τα πνεύματα, ώσπου τα πάντα να ξεχαστούν στην πορεία του χρόνου.
Όπως και να το κάνουμε, όμως, η θανάτωση ενός παιδιού από τη μητέρα του δεν παύει να είναι ένα συγκλονιστικό γεγονός. Όταν μάλιστα η μάνα αυτή το μόνο που κάνει είναι να προσπαθεί να ελαφρύνει τη θέση της αντί να θρηνήσει το παιδί της ή έστω να δείξει την οδύνη της για το χαμό του παιδιού ή των παιδιών της (όρα τη μητέρα του Παύλου Φύσσα ή της Ελένης Τοπαλούδη), τότε ο συγκλονισμός είναι ακόμη μεγαλύτερος. Διότι πρόκειται για κάτι που ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια, που υπερβαίνει τους όρους της ανθρώπινης κοινωνικής συμβίωσης. Ο Αριστοτέλης λέγει πως αν ένας άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει στην κοινωνία, είναι ή θηρίο ή θεός. Και σίγουρα η γυναίκα που σκότωσε το παιδί της δεν είναι θεός.
Φωτογραφία από LenaMiloslavskaya via vista.create