του ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΠΙΤΖΑΚΗ
Το φετινό μου Όχι δεν το βρίσκω ψηλά στα Αλβανικά Βουνά, τότε στην απρόσμενη σθεναρή αντεπίθεση των Ελλήνων, αλλά πέρα στην θαλασσοδαρμένη μας από τις αναρίθμητες θάλασσες των λαών Κύπρο.
Είναι ένα Όχι που παραμένει μέσα στην καρδιά μου από τότε που μπόρεσε να το ξεστομίσει στους ισχυρούς - μετά από εκείνο το θρυλικό Σαράντα, το στόμα του τότε προέδρου της, του Τάσσου Παπαδόπουλου, στο προτεινόμενο Σχέδιο Ανάν, του γενικού γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Ένα σχέδιο που είχε παρουσιαστεί ήδη στην ελληνική κυβέρνηση σαν μοναδική ευκαιρία για τη λύση του Κυπριακού Ζητήματος, δηλαδή την αναγνώριση της τουρκικής εισβολής. Η πρόταση με τα τότε δεδομένα έδειχνε δελεαστική, αλλά το όχι που είπε τελικά ο Κύπριος πρόεδρος - που δεν ήταν τυχαίο ότι ήταν παλιός μαχητής της ΕΟΚΑ - λειτούργησε στις ελληνικές συνειδήσεις σαν υπενθύμιση προς τα οφειλόμενα και σαν υποχρέωση να σκεφτούνε όλοι το αίμα, τους βιασμούς και τους αγνοούμενους. Και, κυρίως, τον προδοτικό εφησυχασμό απέναντι στην αγριότητα.
Ποιός ήταν αυτός ο Τάσσος Παπαδόπουλος; Ας σκύψουμε λίγο πάνω στο βιογραφικό του:
Ελληνοκύπριος πολιτικός, που υπήρξε ο πέμπτος πρόεδρος της Κύπρου από το 2003 έως το 2008.
Συμμετείχε στην ΕΟΚΑ, παίρνοντας μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα της σκλαβωμένης στους Άγγλους πατρίδας του μέσα από διάφορα πόστα, στην αρχή σαν τομεάρχης Λευκωσίας και αργότερα σαν γενικός υπεύθυνος για όλη την Κύπρο της πολιτικής οργάνωσης της ΕΟΚΑ.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Έγινε δικηγόρος και ασχολήθηκε με την πολιτική από πολύ μικρή ηλικία. Ήτανε παντρεμένος με τέσσερα παιδιά. Συμμετείχε στη Διάσκεψη του Λονδίνου και ήταν ο ένας από τους δυο αντιπροσώπους που ψήφισε εναντίον της υπογραφής των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου. Ήταν επίσης ένας από τους τέσσερις αντιπροσώπους της ελληνοκυπριακής πλευράς στην επιτροπή που συνέταξε το Σύνταγμα της Κύπρου. Η εκστρατεία του για το προεδρικό αξίωμα βασίστηκε στην πεποίθηση ότι μπορούσε να δώσει καλύτερη λύση από τον Γλαύκο Κληρίδη στο κυπριακό ζήτημα. Πράγματι, επί της προεδρίας του, την Πρωτομαγιά του 2004 η Κύπρος έγινε πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ένταξη αυτή χαιρέτησε ο πρόεδρος Τ. Παπαδόπουλος με διάγγελμά του προς τον Κυπριακό λαό, επισημαίνοντας σχετικά: «Αυτή η ώρα σηματοδοτεί έναν κορυφαίο σταθμό στην Ιστορία της Κύπρου. Το δεύτερο κορυφαίο σταθμό, μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, πριν σαραντατέσσερα χρόνια. Αυτή η ώρα σημαίνει το ευτυχές τέλος μιας πολύχρονης προσπάθειας και την ελπιδοφόρα αρχή μιας νέας πορείας και μιας νέας εποχής για την Κύπρο. Η ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συνεπάγεται μόνο δικαιώματα. Συνεπάγεται υποχρεώσεις και ευθύνες. Διεκδικούμε και θα έχουμε τα δικαιώματα που μας ανήκουν. Αλλά και θα εκπληρώσουμε τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες που μας αναλογούν. Στόχος και φιλοδοξία μας είναι να μην αποδειχθούμε ένα ενοχλητικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά να αναδειχθούμε ένας εποικοδομητικός και δημιουργικός εταίρος. Την μεγάλη μας χαρά για την ένταξή μας στην Ενωμένη Ευρώπη, επισκιάζουν η λύπη μας γιατί δεν μπορέσαμε να συνεορτάσουμε αυτή την ιστορική στιγμή μαζί και από κοινού με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας και η μεγάλη απογοήτευση της ανυπαρξίας λύσης στο εθνικό μας θέμα. Δεν θέλουμε να απολαμβάνουμε μόνοι τη χαρά και τα αγαθά της ένταξης. Θέλουμε να τα μοιραστούμε με τους Τουρκοκυπρίους. Δικαιούνται και οι Τουρκοκύπριοι αυτών των αγαθών και αυτής της χαράς, ως νόμιμοι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τους περιμένουμε. Η θέση τους είναι μαζί μας. Για να πορευτούμε μαζί τη νέα πορεία που εγκαινιάζεται σήμερα, για το καλό όλων μας, για το καλό της κοινής πατρίδας μας. Μιας επανενωμένης πατρίδας μας».
Ο Τάσσος Παπαδόπουλος πέρασε όμως στην Ιστορία όταν νωρίτερα ο ίδιος, σαν Πρόεδρος της Κύπρου, αντιτάχθηκε στην αποδοχή του σχεδίου Ανάν παρά τις εξωτερικές πιέσεις που δέχθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, από τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά και από το εσωτερικό, κυρίως από την αξιωματική αντιπολίτευση. Στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004, το 76% των Ελληνοκυπρίων καταψήφισαν το Σχέδιο Ανάν, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη το περιεχόμενο του διαγγέλματος του Προέδρου τους.
Τί ήταν αυτό το σχέδιο Ανάν; Είχε ξεκινήσει το 2002 και τώρα παρουσιαζότανε στο Μάρτιο του 2004 στην πέμπτη και τελική μορφή του. Παρότι ήθελε ο Γκανέζος γενικός γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Κόφι Ανάν να παρουσιάσει ένα σχέδιο προερχόμενο μόνο από τις διαπραγματεύσεις των δυο κοινοτήτων - προ του συνεχιζόμενου αδιεξόδου, αναγκάστηκε να τελειώσει το κείμενο μόνος του. Τί πρότεινε το Σχέδιο;
Θα δημιουργούσε μια Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, που στην ουσία ήταν ένα υβριδικό σύστημα ανάμεσα στην Ομοσπονδία (που παραδοσιακά ζητούσαν οι Ελληνοκύπριοι) και τη Συνομοσπονδία (που παραδοσιακά ζητούσαν οι Τουρκοκύπριοι). Τα μοντέλα του Βελγίου και της Ελβετίας ήταν τα εγγύτερα παραδείγματα. Προεδρία: Εναλλαγή προέδρων ελληνοκύπριων/τουρκοκύπριων ανά θητεία. Στην Άνω Βουλή θα υπήρχε φίφτυ-φίφτυ αντιπροσώπευση, στην Κάτω Βουλή θα υπήρχε αναλογία πληθυσμού. Στο ζήτημα των τριών ελευθεριών -
Ελευθερία διακίνησης: Κανένας περιορισμός. Ελευθερία εγκατάστασης και ελευθερία ιδιοκτησίας: Με περιορισμούς, για να παραμείνει διζωνικό το νέο κράτος, μέχρι την πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην Ευρώπη ή για Χ χρόνια. Αναλογία εδάφους
72 : 28. Στρατός - Παραμένουν 650 Τούρκοι και 950 Ελληνες στρατιώτες, όπως στην Συνθήκη Εγγυήσεων του 1960. Εκτοπισμένοι και περιουσιακό - Το σχέδιο προνοούσε μια περίπλοκη φόρμα, όπου ορισμένοι εκτοπισμένοι θα επαναγκατασταθούν στις οικίες τους, ενώ άλλοι είτε θα τους αποδοθεί η περιουσία τους, είτε θα είχαν οικονομική αποκατάσταση. Έποικοι - Θα παρέμειναν σαρανταπέντε χιλιάδες Τούρκοι έποικοι. Τα κριτήρια θα ήταν, εάν ήταν παντρεμένοι, πόσα χρόνια κατοικούσαν στην Κύπρο, επάγγελμα, κτλ. Μια παρόμοια λίστα θα υπήρχε και για τους Έλληνες.
Το σχέδιο Ανάν, χρησιμοποιώντας στο λεκτικό του «δημιουργική ασάφεια» προσπάθησε να ισορροπήσει τις δυο αντίθετες επιδιώξεις, δημιουργώντας την Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς να είναι ούτε συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, ούτε νέο κράτος. Το Όχι της Κύπρου δόθηκε τον Τάσσο Παπαδόπουλο στο διάγγελμά του λίγο πριν το δημοψήφισμα:«...Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα...»
Με αυτή την ευκαιρία της αναφοράς στο αξέχαστο εκείνο κυπριακό Όχι, λέω ένα δικό μου ευχαριστώ στο γεμάτο συναισθηματική φόρτιση ευχαριστώ που μου απηύθυνε ο Παναγιώτης Σπανός. Και του αφιερώνω από καρδιάς (μιας και ο ίδιος είναι ομότιμος καθηγητής της καρδιολογίας) ένα ποίημα που είχα γράψει στο μαρτυρικό εκείνο καλοκαίρι του 1974, όταν έμαθα ότι έπεσε και η Αμμόχωστος - που ήταν σαν να είχε πέσει όλη η Κύπρος. Επιγραφόταν «Κύπριον Άσμα» και είναι κι αυτό ένα Όχι:
«Παιδιά της Κύπρου! Σιωπηλοί | στη μοίρα μας αγνάντια, | ας πνίγουμε τον πόνο! | Ποιά δυνατή κραυγή | μπορεί σαν τούτη ν’ ακουστεί; | Η θλίψη και το αίμα | ίσως να φέρουν τύψη | στον Κόσμο που μας ζει.
Ποιά φόρμιγγά σας μακρινή | τη σκέψη μας σημαίνει, | παιδιά της Κύπρου; Ανάσταση! | Μια Μάνα μας καλεί. | Δεν πρέπουν πιά τα μάταια | τριμμένα λόγια του Έπους! | Και συ, Ελλάδα, στέκεσαι! | Γιατί να ’σαι μικρή;
Όμως βοά το κάλεσμα | κι ούτε θα πάψει το αίμα | εκείνων που θα σβήσουνε, | σαν χθες, με τον καιρό. | Μα δεν θα πάψει ούτε κι εμάς, | παιδιά, η απόκρισή μας: | Μετά την Κύπρο είμαστε εμείς! | Και θα ’χουμε σκοπό!
Τώρα μακριά αν βρισκόμαστε, | ακίνητοι αν θρηνούμε, | παιδιά της Κύπρου, αν στέκουμε | στην άδικη κραυγή, | του Κόσμου όλου το μάλαμα | να τάξουν δεν λυγούμε. | Πάντα θα ονειρευόμαστε | της Μάνας το φιλί».