ΑΠΟΨΕΙΣ
Ο πατέρας πλέον διεκδικεί την επιμέλεια των τέκνων του επί ίσοις όροις με την μητέρα
Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν αρχίσει να δίνουν περισσότερα δικαιώματα στον πατέρα
Της δικηγόρου Αναστασίας Χρ. Μήλιου
Φαίνεται να εκλείπει σιγά σιγά η παγιωμένη αντίληψη ότι η μητέρα ασκεί αποκλειστικά και μόνο την επιμέλεια των τέκνων, με τον πατέρα να γίνεται θεατής στην ανατροφή των παιδιών του και γονιός του κάθε δεύτερου σ/κ.
Τα ελληνικά δικαστήρια δειλά αλλά σταθερά πλέον ξεκίνησαν να αναγνωρίζουν το δικαίωμα του πατέρα να έχει ενεργό ρόλο στην ζωή και ανατροφή των τέκνων του κάτι που μέχρι τώρα δεν γινόταν όταν το ζευγάρι ήταν σε διάσταση.
Ο πατέρας των παιδιών έμπαινε στο περιθώριο, θεατής της ζωής των τέκνων και όσο κι αν ήθελε ή πληρούσε τις προϋποθέσεις για την επιμέλειά τους, ήταν σχεδόν ανήκουστο να την αποκτήσει.
Ο πατέρας είχε πιθανότητες να διεκδικήσει την επιμέλεια μόνο αν η μητέρα αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας ή ψυχολογικό πρόβλημα που καθιστούσε επικίνδυνη ή προβληματική την παραμονή των παιδιών μαζί της. Εν συνεχεία άρχισε να εξετάζεται και το θέμα της οικονομικής δυνατότητας της ανατροφής των τέκνων από την μητέρα και η ανάθεση της επιμέλειας τους στον πατέρα υπό το πρίσμα του σταθερότερου περιβάλλοντος και της εξασφάλισης των απαραίτητων για την ομαλή διαβίωση και ανάπτυξή τους
Πλέον τα ελληνικά δικαστήρια έχουν αρχίσει να δίνουν περισσότερα δικαιώματα στον πατέρα όσον αφορά την επιμέλεια των τέκνου του, υιοθετώντας το πρότυπο της εκ περιτροπής επιμέλειας και της εναλλασσόμενης κατοικίας, ώστε να κατοχυρώνεται μια καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στους γονείς, στη φροντίδα και ανατροφή των τέκνων, προσφέροντας στο ανήλικο τη δυνατότητα να διαβιεί στην καθημερινή του ζωή τόσο με τον πατέρα όσο και τη μητέρα. Ενθαρρύνεται δηλαδή η ισόρροπη επαφή του παιδιού και με τους δυο γονείς. Και τούτο διότι τα δικαστήρια δέχονται το πόσο η κοινωνία έχει αλλάξει, και ότι η σχέση των πατέρων με τα τέκνα τους δεν είναι η ίδια με αυτή που επικρατούσε παλαιότερα, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι δυο σαββατοκύριακα εναλλάξ το μήνα, δεν επιτρέπουν στον γονέα που δεν διαμένει με το τέκνο να ασκήσει μια πραγματική επιρροή στην ανατροφή του. Επισημαίνεται ότι από τις νεότερες ιατρικές και ψυχολογικές έρευνες δεν προκύπτει κανένα αρνητικό αποτέλεσμα από την κοινή ανατροφή, που μοιράζεται ισομερώς μεταξύ δυο σπιτιών. Αντίθετα, η ύπαρξη της διπλής κατοικίας θεωρείται ευεργετική και απαραίτητη για την προστασία της ισόρροπης ανάπτυξης του παιδιού. Τα παιδιά που ζουν εναλλάξ και με τους δυο γονείς με ίση κατανομή του χρόνου, ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή τους από εκείνα που υπάγονται σε άλλη ρύθμιση για χωρισμένες οικογένειες.
Την αρχή της εναλλασσόμενης κατοικίας (shared residence) και μετά τη διάσταση, εισηγείται και το Συμβούλιο της Ευρώπης με το υπ’ αρ. 2079/2-10-2015 ψήφισμα του, με το οποίο προσκαλεί τα κράτη μέλη να την εισαγάγουν στη νομοθεσία τους, αποκλείοντας την εφαρμογή της σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, κακοποίησης του παιδιού και αδιαφορίας, που δημιουργούν κινδύνους για τη σωματική και ψυχική υγεία του τέκνου. Αυτό το ψήφισμα, στηρίχθηκε σε μετα - ανάλυση πολυάριθμων διεθνών μελετών, που κατέδειξαν τα οφέλη από την εναλλασσόμενη κατοικία και τις αρνητικές επιπτώσεις που προέρχονται από την αποκλειστική επιμέλεια, στην οποία ο χρόνος συναναστροφής του παιδιού με το λιγότερο ευνοημένο γονέα είναι κάτω του 33%.
Περαιτέρω γίνεται δεκτό ότι ο χωρισμός δεν είναι καθαυτός δείκτης της έλλειψης γονικής ικανότητας, και η υπαιτιότητα του ενός ή του άλλου γονέα για το διαζύγιο ή την διακοπή της συμβίωσης δεν ασκεί επιρροή στην άσκηση της γονικής μέριμνας, πόσο μάλλον στο δικαίωμα της συχνής και αδιάβλητης επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο. Η καταλληλότητα του ενός γονέα να αναλάβει την άσκηση της επιμέλειας δεν αποτελεί ταυτόχρονα και ένδειξη ακαταλληλότητας του άλλου. Αμφότεροι κατά τεκμήριο είναι ικανοί στο γονεϊκό ρόλο και το ανήλικο έχει το δικαίωμα να διατηρεί μια ισορροπημένη σχέση και με τους δυο γονείς. Ιδανική λύση είναι η διατήρηση της συμμετοχής και η ενεργητική παρουσία και των δυο γονέων στην ανατροφή του παιδιού, γιατί το τελευταίο δεν χρειάζεται μόνο τον καλύτερο από αυτούς. Εξάλλου σημαντικό κριτήριο για την εξειδίκευση του συμφέροντος του ανηλίκου αποτελεί η προσωπική του γνώμη, η αναζήτηση της οποίας εξαρτάται από την ωριμότητα αυτού, η οποία προϋποθέτει κάποια ηλικία και πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα χωρίς όμως να είναι δεσμευτική. Ως ωριμότητα του τέκνου είναι η ικανότητα να αντιληφθεί το συμφέρον του ενώ η ηλικία από μόνη της δεν είναι ενδεικτική της ωριμότητας.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση αποδείχθηκε ότι από την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης, η μητέρα διέμενε με τα ανήλικα και τα φρόντιζε με στοργή και αφοσίωση, δημιουργώντας περιβάλλον ικανό να συμβάλλει στην ομαλή ψυχοσωματική τους ανάπτυξη. Η μητέρα αντιμετώπιζε πρόβλημα με την υγεία της, (σκλήρυνση κατά πλάκας) αλλά το διαχειριζόταν με αγωγή φαρμακευτική ώστε να μην είναι εμπόδιο στην άσκηση της επιμέλειας των ανηλίκων. Από την άλλη ο πατέρας, περνούσε πολύ από τον χρόνο του με τα ανήλικα τέκνα του, με τα οποία είχε αναπτύξει έναν υγιή ψυχικό και συναισθηματικό δεσμό, αφού τα ανήλικα περνούσαν μισό μήνα περίπου μαζί του. Εξάλλου, οι κατοικίες των γονέων ήταν κοντά. Σε κάθε σπίτι, τα ανήλικα είχαν το δικό τους δωμάτιο, ενώ στην ηλικία που βρίσκονται, πρέπει να συναναστρέφονται εξίσου και με τους δύο γονείς τους και να περνάν ισότιμο χρόνο και με τους δύο τόσο στη διάρκεια της ημέρας, όσο και στη διάρκεια του μήνα. Έτσι, το συμφέρον των ανήλικων επιβάλλει, στην κρίσιμη ηλικία που βρίσκονται, να συμβιώνουν τόσο με τη μητέρα τους όσο και με τον πατέρα τους και ακολούθως, αφού έτσι προκαλείται η μικρότερη δυνατή διατάραξη του τρόπου ζωής τους, πρέπει ν' ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας αυτών από κοινού στη μητέρα και στον πατέρα τους, δηλαδή να γίνει κατανομή αυτής ανάμεσα στους δύο γονείς, ενώ και η γονική μέριμνα ανήκει από κοινού στους δυο τους, οι οποίοι οφείλουν να φροντίζουν για την ομαλή ανάπτυξη και το καλό αυτών αποφεύγοντας έριδες και διαπληκτισμούς μεταξύ τους.