ΑΠΟΨΕΙΣ
Ο αστερισμός των Πρασίνων στη Γερμανία
"Η πλειονότητα της παραδοσιακής πολιτικής τάξης αντιμετωπίζει την οικολογική κρίση ως ένα δευτερεύον ζήτημα. Αδυνατεί να καταλάβει τη σημασία και την επίδρασή της στη ζωή μας"
του Γιώργου Πανταγιά*
Αν δεν μπορούμε ν’ ακούμε τη βοή των νέων ποταμών, εύλογο είναι να μην αντιλαμβανόμαστε την αξία και τη χρησιμότητα των υπόγειων διεργασιών και αναδιατάξεων που συντελούνται στο κοινωνικό σώμα. Η προσκόλληση στα κλισέ και στα στερεότυπα του παρελθόντος, μας στερεί αυτή τη δυνατότητα. Το χειρότερο επιτρέπει στις δυνάμεις του μανιχαϊσμού να διεκδικούν τη μοναδικότητα της αλήθειας τους.
Το βέβαιο είναι πως τίποτα δε μένει στατικό. Όλα υπόκεινται σε αλλαγές. Στην καρδιά αυτής της παραδοχής συνυπάρχουν οι ανατροπές και οι ασυνέχειες. Οι νέες προσεγγίσεις και οι νέες απαντήσεις. Την αυτονόητη αυτή ανάγκη ενσαρκώνουν τα κινήματα των Πρασίνων, παρά την ασυμμετρία τους και τις αντιφάσεις τους.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη, η κλιματική αλλαγή, η ρύπανση του περιβάλλοντος, τα χημικά απόβλητα, η αλόγιστη χρήση των φυτοφαρμάκων, η μόλυνση των υδάτινων πόρων, η αύξηση του όγκου των απορριμμάτων, τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα και αρκετά άλλα, θέτουν επί τάπητος το έλλειμμα βιωσιμότητας.
Η πλειονότητα της παραδοσιακής πολιτικής τάξης αντιμετωπίζει την οικολογική κρίση ως ένα δευτερεύον ζήτημα. Αδυνατεί να καταλάβει τη σημασία και την επίδρασή της στη ζωή μας. Ούτε ενσωματώνει τα προβλήματα που αυτή προκαλεί, στον προγραμματικό της λόγο. Το κενό έρχονται να καλύψουν οι Πράσινοι.
Έτσι βλέπουμε τη Γερμανία μετά την ταύτισή της με το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο, να ανοίγει δρόμο τις τελευταίες δύο και πλέον δεκαετίες, στο κίνημα των Πρασίνων. Την περίοδο της Καγκελαρίας του Γκέρχαρντ Σρέντερ συγκυβέρνησαν με το SPD. Μάλιστα, ο επικεφαλής τους Γιόσκαρ Φίσερ δεν ήταν μόνο υπουργός Εξωτερικών, αλλά κατείχε και τη θέση του Αντικαγκελαρίου.
Το αποτύπωμα του κοκκινοπράσινου κυβερνητικού συνασπισμού προσέδωσε στη χώρα δυναμική και δημιούργησε προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης. Άλλωστε, τις μεταρρυθμίσεις που προώθησε η αποκαλούμενη «Ατζέντα 2000», στήριξε και αξιοποίησε και η Άνγκελα Μέρκελ.
Το γερμανικό οικολογικό ρεύμα από πολύ νωρίς ξέφυγε από τον ακραίο ακτιβισμό. Ενηλικιώθηκε γρήγορα, επιδεικνύοντας ξεχωριστή πολιτική ωριμότητα. Καταγράφηκε ως καινούργιος φορέας με αξιόλογες αποσκευές, διαθέτοντας καινοτόμες ιδέες και ριζοσπαστικές προτάσεις. Το πλεονέκτημά του ήταν και είναι ότι απαντά ουσιαστικά στο έλλειμμα βιωσιμότητας που χαρακτηρίζει πλέον τις σύγχρονες κοινωνίες.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για διασταύρωση φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων με περιβαλλοντικές και ανθρωποκεντρικές ευαισθησίες. Με το ιδεολογικοπολιτικό αυτό μπόλιασμα, οι Πράσινοι ενσαρκώνουν τη στρατηγική της βιώσιμης ανάπτυξης. Συνιστούν μια διαφορετική πρόταση σε αντιδιαστολή με τις αφυδατωμένες και γερασμένες παραδοσιακές δυνάμεις είτε έχουν κεντροδεξιό είτε κεντροαριστερό προσανατολισμό.
Έτσι απέκτησαν φρεσκάδα και ζωτικότητα, προσελκύοντας το ενδιαφέρον ευρύτερων κοινωνικών κατηγοριών και ομάδων. Πώς αλλιώς να ερμηνευθεί ότι στις πρόσφατες έρευνες της κοινής γνώμης προηγούνται σε αποδοχή και δημοτικότητα, τόσο των Χριστιανοδημοκρατών όσο και των άλλων κομματικών σχημάτων; Αξιοσημείωτο είναι ότι μετά την ανακήρυξη της σαραντάχρονης συμπροέδρου τους Αναλένα Μπέρμποκ ως υποψήφιας για την Καγκελαρία αποσπούν το ποσοστό του 28%, αφήνοντας πίσω με 21% τον Χριστιανοδημοκράτη Άρμιν Λάσετ. Το συγκεκριμένο γεγονός κρατά ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα στις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Όπως φαίνεται η απήχηση των Πρασίνων δεν είναι κάποια αναλαμπή. Απεναντίας, δείχνει πως έριξαν βαθιά την άγκυρα στη γερμανική κοινωνία. Η επιλογή τους να στηρίξουν ένα νέο, φρέσκο και ελκυστικό πρόσωπο, σε αντίθεση με εκείνα των ανταγωνιστών τους, τους ενισχύει περαιτέρω. Και τούτο σε μια εποχή κρίσης εμπιστοσύνης και μεγάλης δυσπιστίας των ψηφοφόρων προς την καθεστηκυία πολιτική τάξη.
Αν και στον χρόνο που απομένει έως την κάλπη όλα μπορούν να συμβούν. Το βέβαιο είναι ότι οι Πράσινοι αναμένεται να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο και λόγο στο μετεκλογικό τοπίο.
Τα πιθανά σενάρια είναι η Καγκελαρία να περάσει στα χέρια της Αναλένα Μπέρμποκ, συγκροτώντας έναν κυβερνητικό συνασπισμό, με τα χρώματα του οδικού φωτεινού σηματοδότη. Το κόκκινο του SPD, το πορτοκαλί των Φιλελευθέρων και εκείνο των Πρασίνων. Εξίσου πιθανό είναι και το σενάριο Τζαμάϊκα, με τη σύμπραξη Πρασίνων, Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελεύθερων. Είτε με την ίδια επικεφαλής, είτε με τον Άρμιν Λάσετ, αν ο ίδιος μπορέσει να ανατρέψει την πρωτοκαθεδρία της, στις τωρινές δημοσκοπήσεις.
Ο πράσινος άνεμος που φυσάει στη Γερμανία δεν θα παρασύρει στο πέρασμά του μονάχα τα παλιά κατεστημένα των κομμάτων. Σίγουρα θα επηρεάσει δραστικά και τις εξελίξεις στις προηγμένες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου. Και πρωτίστως θα έχει τη δική του επίδραση στην μπλοκαρισμένη και αγκυλωμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, καθιστώντας το εγχείρημα της πράσινης ανάπτυξης ζωτική προτεραιότητα.
Πάντως, ο αστερισμός των Πρασίνων θα έχει τη δική του συνδρομή και συμβολή στη μεταπανδημική εποχή.
*Συμβούλου Στρατηγικής και Επικοινωνίας Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της POLITY A.E.