ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο αφελής κύριος Σκυλακάκης

"Το πρόβλημα με την ασκούμενη οικονομική πολιτική της ΝΔ είναι το μοντέλο ανάπτυξης για την χώρα που τόσο το μεσοπρόθεσμό όσο και το σχέδιο «Ελλάδα 2.0» προδιαγράφουν"

No profile pic

Άρθρο του Χάρη Μαμουλάκη*

Το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής είναι μια πρόβλεψη. Μια πρόβλεψη που στις παρούσες συνθήκες διευρυμένης οικονομικής και υγειονομικής ανασφάλειας, δεν θα μπορούσε παρά να είναι επισφαλής για λόγους που υπερβαίνουν τις ευθύνες της σημερινής κυβέρνησης. Ωστόσο, στο μεσοπρόθεσμο που ψηφίστηκε τις προηγούμενες εβδομάδες στην Ολομέλεια της Βουλής, αποτυπώνεται και μια αφελής και αδικαιολόγητη αισιοδοξία για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας, πάνω στην οποία η κυβέρνηση επενδύει το πολιτικό της μέλλον.

Η Γενική Ρήτρα Διαφυγής από τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, έχει αποτελέσει το όχημα μέσα από το οποίο η Ευρώπη και η Ελλάδα έχουν αποφύγει τις χειρότερες συνέπειες της σοβούσας, το 2020, οικονομικής κρίσης. Το έκτακτο καθεστώς της Γενικής Ρήτρας Διαφυγής σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα συμπεφωνημένα, λήγει το 2023 χωρίς όμως να μπορεί κανείς να προβλέψει τις εξελίξεις στο επίπεδο της διαχείρισης της πανδημίας, διεθνώς. Παράλληλα, η ελληνική οικονομία σήμερα, απολαμβάνει το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης του δημοσίου τομέα το οποίο όμως είναι αποτέλεσμα του πανευρωπαϊκού έκτακτου προγράμματος αγοράς τίτλων λόγω πανδημίας και του δημοσιονομικού «μαξιλαριού» των 37 δις που κληρονόμησε η παρούσα κυβέρνηση από την απελθούσα. Άρα, οι αισιόδοξες προβλέψεις για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας επαφίονται στην έκταση του προγράμματος αγοράς ομολόγων και κυρίως στην χρονική διάρκεια της Γενικής Ρήτρας Διαφυγής. Στην Ευρώπη σήμερα διεξάγεται μια έντονη δημόσια συζήτηση για το αν η Γενική Ρήτρα Διαφυγής πρέπει να οδηγήσει σε μια μόνιμη τροποποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας ή αν η άρση της πρέπει να οδηγήσει στην αποκατάσταση των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας. Την ώρα που η κυβέρνηση, λοιπόν, πανηγυρίζει για τις προσδοκώμενες οικονομικές της επιδόσεις, αξίζει να αναρωτηθούμε τι θέση παίρνει στο παραπάνω ζήτημα.

Παράλληλα, στις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου περιλαμβάνονταν τα μέχρι σήμερα ψηφισμένα μέτρα για την στήριξη των πληττόμενων κοινωνικών κατηγοριών από τις συνέπειες της πανδημίας. Το μεσοπρόθεσμο ωστόσο, δεν προεξοφλούσε κανένα επιπρόσθετο μέτρο που θα χρειαστεί να πάρει η ελληνική κυβέρνηση από τούδε και εφεξής. Άρα το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης κινείται με την παραδοχή ότι η πανδημία τελείωσε και ότι η κυβέρνηση δεν θα χρειαστεί να πάρει κανένα άλλο μέτρο. Κι αυτό, ενώ όλοι οι διεθνής οργανισμοί προειδοποιούν ότι η αποκλιμάκωση των μορφών άμεσων και έμμεσων ενισχύσεων που θεσμοθετήθηκαν εν μέσω της κρίσης του κορωνοϊού προς την πραγματική οικονομία, πρέπει να γίνει σταδιακά διαφορετικά η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να βυθιστεί σε νέα ύφεση.

Επιπλέον, η εκτίμηση για ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας το 2021 στηρίζεται στην υπόθεση της άμεσης ανάκαμψης των τουριστικών μεγεθών. Ωστόσο, τα μνήματα της τουριστική αγοράς δεν είναι εξίσου αισιόδοξα. Όχι μόνο εξαιτίας της στάσης των ευρωπαϊκών ηγεσιών σε σχέση με τους περιορισμούς στις μετακινήσεις μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, αλλά πολύ περισσότερο, εξαιτίας της επισφάλειας που προκύπτει από τις νέες μεταλλάξεις του ιού. Αν, λοιπόν, ο ίδιος ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού προβλέπει αποκατάσταση της διεθνούς τουριστικής ζήτησης τουλάχιστον σε 2 έως 3 χρόνια, που στηρίζεται η αισιοδοξία του Υπουργείου Οικονομικών ότι τα τουριστικά έσοδα θα έχουν αποκατασταθεί το 2022;

Δυστυχώς, η πανδημία αποκάλυψε για άλλη μια φορά το έλλειμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας μας το οποίο διαχρονικά καλυπτόταν κατά το  1/3 από τα τουριστικά έσοδα. Το έλλειμα αυτό βεβαίως δεν είναι καινούργιο. Παραδόξως, εν μέσω της κατάρρευσης του διεθνούς τουρισμού οι ελληνικές εξαγωγές διατήρησαν τον δυναμισμό τους. Το ερώτημα για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας είναι το ποιες πολιτικές ασκούνται σήμερα για να ενισχυθεί ο δυναμισμός των εξαγώγιμων κλάδων της ελληνικής οικονομίας. Και, συγκεκριμένα, στις παρούσες συνθήκες, τι μέρος από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης σκοπεύουμε να κατευθύνουμε στην μεταποίηση προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, στην περιβαλλοντική αναβάθμιση της ελληνικής βιομηχανίας-βιοτεχνίας και στην εμπέδωση ενός μοντέλου κυκλικής οικονομίας στην μεταποίηση. Δυστυχώς όμως, όλες οι ενισχύσεις που έχουν προβλεφθεί για την βιομηχανία και την ναυτιλία μαζί, σήμερα προσεγγίσουν τα 400 εκατ. ενώ ταυτόχρονα, η κυκλική οικονομία απουσιάζει παντελώς από το Σχέδιο «Ελλάδα 2.0»

Το πρόβλημα, εν κατακλείδι, με την ασκούμενη οικονομική πολιτική της ΝΔ είναι το μοντέλο ανάπτυξης για την χώρα που τόσο το μεσοπρόθεσμό όσο και το σχέδιο «Ελλάδα 2.0» προδιαγράφουν. Ένα μοντέλο ανάπτυξης που στηρίζεται στα χαμηλά ημερομίσθια, στο οποίο η χρηματοδότηση επαφίεται αποκλειστικά στις «απρόθυμες» ελληνικές τράπεζες και στο οποίο προτεραιοποιούνται οι κλάδοι που ήταν δυναμικοί και πριν από την έναρξη της ελληνικής κρίσεις, δηλαδή ο τουρισμός, οι κατασκευές, η κτηματομεσιτική αγορά και οι ιδιωτικοποιήσεις. Ένα μοντέλο ανάπτυξης, κοινώς, που δεν προβλέπει τίποτα για την εργασία, τίποτα για τους μικρομεσαίους και τίποτα για τον πράσινο παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας μας.

 

*Ο Χάρης Μαμουλάκης είναι αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Βουλευτής Ηρακλείου - Πολιτικός Μηχανικός BEng MSc

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση