ΑΠΟΨΕΙΣ
Η επαναστατική προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη
Η Προκήρυξη αυτή δημοσιεύτηκε στο πρώτο φύλλο της πρώτης εφημερίδας που εκδόθηκε στην Ελλάδα από τον Θεόκλητο Φαρμακίδη
Του Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη
Στις 24 Φεβρουαρίου του 1821, όταν ξεκινούσε η Επανάσταση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες της Μολδαβίας και της Βλαχίας, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εξέδωσε υπό τον τίτλο «ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ» την Επαναστατική Προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους απανταχού Έλληνες να μπουν στον αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδας και την εθνική ανεξαρτησία. Η Προκήρυξη αυτή δημοσιεύτηκε στο πρώτο φύλλο της πρώτης εφημερίδας που εκδόθηκε στην Ελλάδα από τον Θεόκλητο Φαρμακίδη (Έν Καλάμαις ἔτει α΄ τῆς Ἐλευθερίας, 1821). Με το γεμάτο ενθουσιασμό κείμενο της Προκηρύξεως (το οποίο πρέπει να πούμε ότι συνέταξε ο Γ.Ι. Τυπάλδος) ο Υψηλάντης προσπαθεί να παρακινήσει και να πείσει τους Έλληνες ότι έχει φτάσει η ώρα της Επανάστασης και πως πρέπει να μπουν όλοι στον αγώνα για την ελευθερία της Ελλάδας. Για την επιτυχία του σκοπού του χρησιμοποιεί τόσο τα επιχειρήματα όσο και την επίκληση στο θυμικό των αποδεκτών της Προκήρυξης. Τονίζει πως όλοι είναι έτοιμοι για την Επανάσταση, πως η Ευρώπη επιθυμεί την ελευθερία της Ελλάδας και άρα θα βοηθήσει τους αγωνιζόμενους Έλληνες, πως μια κραταιά δύναμη θα σπεύσει προς βοήθεια των Ελλήνων, εννοώντας προφανώς τη Ρωσία. Λέει ακόμη πως ο εχθρός είναι αδύναμος, πως ο Θεάς θέλει να ελευθερωθούν οι Έλληνες και πως ο ισχυρός ελληνικός στόλος είναι έτοιμος να σπείρει τον τρόμο στις ψυχές των τυράννων Τούρκων.
Από την άλλη μεριά, ένα τέτοιο κείμενο δεν θα μπορούσε να μην αγγίξει το θυμικό των Ελλήνων. Γι’ αυτό και προσπαθεί να ξυπνήσει στις ψυχές τον πατριωτισμό, αναφερόμενος στη δυστυχία της πατρίδας, στη βεβήλωση της θρησκείας, στο παιδομάζωμα, στην καταστροφή των περιουσιών και τονίζει ότι η νίκη είναι βέβαιη, ότι η ελεύθερη πατρίδα θα ανταμείψει όσους την ελευθερώσουν με βραβεία δόξας και τιμής, ενώ δεν ξεχνά να αναφερθεί στους αρχαίους προγόνους, έναντι των οποίων οι Έλληνες πρέπει να φανούν αντάξιοι. Παρουσιάζω στη συνέχεια την Προκήρυξη, ως ένα ντοκουμέντο που πρέπει να διαβάσει κάθε Έλληνας, για να ζήσει μέσα από αυτό τον επαναστατικό παλμό των Ελλήνων της εποχής (προσάρμοσα απλώς την ορθογραφία στα σύγχρονα ελληνικά).
«Η ώρα ήλθεν, ω άνδρες Έλληνες! Προ πολλού οι λαοί της Ευρώπης πολεμούντες υπέρ των ιδίων δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών μάς επροσκάλουν εις μίμησιν αυτοί, καίτοι οπωσούν ελεύθεροι επροσπάθησαν όλαις δυνάμεσι, καταυξήσωσι την ελευθερίαν, και δι’ αυτής πάσαν αυτών την ευδαιμονίαν. Οι αδελφοί μας και οι φίλοι είναι πανατχού έτοιμοι‧ οι Σουλιώται και όλη η Ήπειρος οπλοφορούντες μάς περιμένουν, ας κινηθὠμεν λοιπόν με ενθουσιασμόν! Η Πατρίς μάς προσκαλεί!
Η Ευρώπη προσηλώνουσα τους οφθαλμούς της εις ημάς, απορεί δια την ακινησίαν μας‧ ας αντηχήσωσι λοιπόν όλα τα όρη της Ελλάδος από τον ήχον της πολεμικής μας σάλπιγγος, και αι κοιλάδες από την τρομεράν κλαγγήν των αρμάτων μας. Η Ευρώπη θέλει θαυμάσει τας ανδραγαθίας μας, οι δε τύραννοι ημών τρέμοντες και ωχροί θέλουσι φύγει απ’ έμπροσθέν μας. Οι φωτισμένοι λαοί της Ευρώπης ενασχολούνται εις την αποκατάστασιν της ιδίας ευδαιμονίας‧ και πλήρεις ευγνωμοσύνης δια τας προς αυτούς των προπατόρων μας ευεργεσίας, επιθυμούσι την ελευθερίαν της Ελλάδος.
Ημείς φαινόμεθα άξιοι της προπατορικής αρετής και του παρόντος αιώνος, είμεθα ευέλπιδες, να επιτύχωμεν την υπεράσπισιν αυτών και βοήθειαν‧ πολλοί εκ τούτων φιλελεύθεροι θέλουσιν έλθει δια να συναγωνισθώσι με ημάς. Κινηθείτε, ω φίλοι, και θέλετε ιδεί μίαν κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθεί τα δίκαιά μας! Θέλετε ιδεί και εξ αυτών των εχθρών μας πολλούς, οίτινες παρακινούμενοι από την δικαίαν μας αιτίαν, να στρέψωσι τα νώτα προς τον εχθρόν και να ενωθώσι με ημάς‧ ας παρρησθιασθώσι με ειλικρινές φρόνημα, η Πατρίς θέλει τους εγκολπωθεί! Ποίος λοιπόν εμποδίζει τους ανδρικούς σας βραχίονας; Ο άνανδρός εχθρός μας είναι ασθενής και αδύνατος. Οι στρατηγοί μας έμπειροι, και όλοι οι ομογενείς γέμουσιν ενθουσιασμού! Ενωθείτε λοιπόν, ω ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες! Ας σχηματισθώσι φάλαγγες εθνικαί, ας εμφανισθώσι πατριωτικαί λεγεώνες, και θέλετε ιδεί τους παλαιούς εκείνους κολοσσούς του δεσποτισμού να πέσωσιν εξ ιδίων, απέναντι των θριαμβευτικών μας σημαιών. Εις την φωνήν της σάλπιγγός μας όλα τα παράλια του Ιονίου και Αιγαίου πελάγους θέλουσιν αντηχήσει‧ τα Ελληνικά πλοία, τα οποία εν καιρώ ειρήνης ήξευραν να εμπορεύονται και να πολεμώσι, θέλουσι σπείρει εις όλους τους λιμένας του τυράννου με το πυρ και την μάχαιραν, την φρίκην και τον θάνατον.
Ποία ελληνική ψυχή θέλει αδιαφορήσει εις την πρόσκλησιν της Πατρίδος; Εις την Ρώμην ένας του Καίσαρος φίλος σείων την αιματωμένην χλαμύδα του τυράννου εγείρει τον λαόν. Τι θέλετε κάμει σεις, ως Έλληνες, προς τους οποίους η Πατρίς γυμνή δεικνύει μεν τας πληγάς της, και με διακεκομμένην φωνήν επικαλείται την βοήθειαν των τέκνων της. Η Θεία Προνοια, ω φίλοι συμπατριώται, ευσπλαγχνισθείσα πλέον τα δυστυχίας μας, ηυδόκησεν ούτω τα πράγματα, ώστε με μικρόν κόπον θέλομεν απολαύσει με την ελευθερίαν πάσαν ευδαιμονίαν. Αν λοιπόν από αξιόμεμπτον αβελτηρίαν αδιαφορήσωμεν, ο τύραννος γενόμενος αγριότερος, θέλει πολλαπλασιάσει τα δεινά μας και θέλομεν καταντήσει δια παντός το δυστυχέστερον πάντων των εθνών.
Στρέψατε τους οφθαλμούς σας, ω συμπατριώται! Και ίδετε την ελεεινήν μας κατάστασιν‧ ίδετε εδώ τους ναούς μας καταπατημένους‧ εκεί τα τέκνα μας αρπαζόμενα, δια χρήσιν αναιδεστάτην της αναιδούς φιληδονίας των βαρβάρων τυράννων μας‧ τους οίκους μας γεγυμνωμένους, τους αγρούς μας λεηλατημένους και ημάς αυτούς ελεεινά ανδράποδα. Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν.: λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα, και την ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν.
Μεταξύ ημών ευγενέστερος είναι, όστις ανδρειοτέρως υπερασπισθεί τα δίκαια της Πατρίδος, και ωφελιμωτέρως την δουλεύσει. Το έθνος συναθροιζόμενον θέλει εκλέξει τους δημογέροντάς του, και εις την ύψιστον ταύτην βουλήν θέλουσι υπείκει όλαι μας αι πράξεις.
Ας κινηθώμεν λοιπόν με εν κοινόν φρόνημα, οι πλούσιοι ας καταβάλωσι μέρος της ιδίας περιουσίας, ιεροί ποιμένες ας εμψυχώσωσι τον λαόν με το ιδικόν των παράδειγμα, και οι πεπαιδευμένοι ας συμβάλωσι τα ωφέλιμα. Οι δε εν ξέναις αυλαίς υπουργούντες στρατιωτικοί και πολιτικοί ομογενείς, αποδίσοντες τας ευχαριστίας εις ην έκαστος υπουργεί δύναμιν, ας ορμήσωσιν όλοι εις το ανοιγόμενον ήδη μέγα και λαμπρόν στάδιον, και ας συνεισφέρωσιν εις την πατρίδα τον χρεωστούμενον φόρον, και ως γενναίοι ας ενοπλισθώμεν όλοι άνευ αναβολής καιρού, με το ακαταμάχητον όπλον της ανδρείας, και υπόσχομαι εντός ολίγου την νίκην, και μετ’ αυτής παν αγαθόν. Ποίοι μισθωτοί και χαύνοι δούλοι, τολμούν να αντιταχθώσιν απέναντι λαού, πολεμούντος υπέρ της ιδίας ανεξαρτησίας; Μάρτυρες οι ηρωικοί αγώνες των προπατόρων μας‧ μάρτυς η Ισπανία, ήτις πρώτη και μόνη κατετρόπωσε τας αηττήτους φάλαγγας του τυράννου. Με την ένωσιν, ω συμπολίται, με το προς την ιεράν θρησκείαν σέβας, με την προς τος νόμους και τους στρατηγούς υποταγήν, με την ευτολμίαν και σταθερότητα, η νίκη μας είναι βεβαία και αναπόφευκτος‧ αυτή θέλει στεφανώσει με δάφνας αειθαλείς τους ηρωικούς αγώνας μας‧ αυτή θέλει χαράξει τα ονόματα ημών εις τον ναόν της αθανασίας, δια το παράδειγμα των επερχομένων γενεών. Η Πατρίς θέλει ανταμείψει τα ευπειθή και γνήσιά της τέκνα με τα βραβεία της δόξης και της τιμής‧ τα δε απειθή και κωφεύοντα εις την τωρινήν της πρόσκλησιν, θέλει αποκηρύξει ως νόθα και ασιανά σπέρματα, και θέλει παραδώσει τα ονόματά των, ως άλλων προδοτών, εις τον αναθεματισμόν και κατάραν των μετταγενεστέρων.
Ας καλέσωμεν λοιπόν εκ νέου, ω ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες, την ελευθερίαν εις την κλασικήν γην της Ελλάδος. Ας συγκροτήσομεν μάχην μεταξύ του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών. Ας πολεμήσωμεν εις τους τάφους των Πατέρων μας, οι οποίοι δια να μας αφήσωσιν ελευθέρους επολέμησαν και απέθανον εκεί. Το αίμα του τυράννου είναι δεκτόν εις την σκιάν του Επαμεινώνδου Θηβαίου‧ και του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους‧ εις εκείνας του Αρμοδίου και Αριστογείτονος, οι οποίοι συνέτριψαν τον Πεισιστρατικόν ζυγόν‧ εις εκείνην του Τιμολέοντος, όστις απεκατέστησε την ελευθερίαν εις την Κόρινθον και εις τας Συρακούσας, μάλιστα εις εκείνας του Μιλτιάδου, του Θεμιστοκλέους, του Λεωνίδου και των Τριακοσίων, οίτινες κατέκοψαν τοσάκις τους αναριθμήτους στρατούς των βαρβάρων Περσών, των οποίων τους βαρβαροτέρους και ανανδροτέρους απογόνους πρόκειται εις ημάς σήμερον με πολλά μικρόν κόπον να εξαφανίσωμεν εξ ολοκλήρου.
Εις τα όπλα λοιπόν, φίλοι, η Πατρίς μάς προσκαλεί!