ΑΠΟΨΕΙΣ

Δημιουργική εξωτερική πολιτική ή εθνοκάπηλη ρητορική;

Το παράδοξο είναι ότι οι υπερπατριώτες φύονται σε όλους τους κομματικούς βιότοπους, καταλύοντας πραγματικές αντιθέσεις.

No profile pic

Του Γιώργου Πανταγιά* 
 

Η εκμετάλλευση των ζητημάτων της εξωτερικής πολιτικής ήταν πάντα προσφιλής μέθοδος της εθνικοκάπηλης ρητορικής. Την άσκησαν με επιμέλεια όλοι όσοι αποζητούσαν πολιτικό ρόλο και λόγο, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης. Πρωτίστως, εκείνοι που επεδίωκαν να καλύψουν τα υπαρκτά τους ελλείμματα. Το σημαντικότερο είναι ότι παίζοντας με τα εθνικά συμφέροντα επεδίωκαν να αποκτήσουν αξία και να χτίσουν τις καριέρες τους. 

Η εγχώρια σκηνή βρίθει από τέτοιες περιπτώσεις. Δεν περιορίζονται στην πολιτική. Επεκτείνονται και στο διπλωματικό και δημοσιογραφικό επίπεδο. Έτσι, διάφοροι, επενδύοντας στον υπερπατριωτισμό, καλλιέργησαν φοβικά σύνδρομα και υπέθαλψαν εθνικιστικές εξάρσεις, αψηφώντας τις δυσμενείς επιπτώσεις αυτών των πρακτικών.

Τα παραδείγματα είναι αρκετά, με κορυφαίο το Μακεδονικό. Μια ιστορική εκκρεμότητα ταλάνισε για δεκαετίες την Ελλάδα, επιτρέποντας ταυτόχρονα την οικειοποίηση του όρου Μακεδονία από τους γείτονες. Το γεγονός αυτό κάθε άλλο παρά τυχαίο ήταν. Υπήρξε απόρροια μιας ολόκληρης σχολής σκέψης, η οποία εξακολουθεί να είναι σθεναρή. Επιλέγει την αναβλητικότητα και την απραξία, μετακυλώντας  την επίλυση των προβλημάτων σε βάθος χρόνου. Την ίδια ώρα επιδίδεται σε σκιαμαχίες και αχρείαστους λεονταρισμούς, μολονότι με τον τρόπο αυτόν δυσχεραίνεται η ισχύς και η θέση μας. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό το επιβεβαιώνουν.

Το παράδοξο είναι ότι οι υπερπατριώτες φύονται σε όλους τους κομματικούς βιότοπους, καταλύοντας πραγματικές αντιθέσεις. Διυλίζοντας σημαίες, πλαστικές ταυτότητες, φετίχ και σκιάχτρα, προτάσσουν τις ελληνοκεντρικές αντιλήψεις. Υποθάλπουν εθνικές εξάρσεις και αχρείαστες αντιπαλότητες. Βάζουν σε δεύτερο πλάνο την παραγωγική, οικονομική, κοινωνική και τεχνολογική υστέρηση της χώρας. Πλειοδοτούν σε υπέρογκα εξοπλιστικά προγράμματα, υποτιμώντας την αιμορραγία της οικονομίας.

Ο παροξυσμός της Τουρκίας θέτει αναμφίβολα καίρια στρατηγικά ζητήματα ως προς την αντιμετώπισή του. Φαίνεται πλέον καθαρά ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, ακολουθεί εσκεμμένα μια ανάρμοστη πρακτική, επιδιώκοντας την ένταση με την Ελλάδα και αμφισβητώντας τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Αδιαφορεί για το Διεθνές Δίκαιο, υιοθετώντας την πολιτική της ισχύος.

Απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα η στρατικοποίηση από την πλευρά μας των εξωτερικών σχέσεων αποτελεί την πιο ακατάλληλη αλλά και επικίνδυνη επιλογή. Οι βερμπαλισμοί και οι ανακοινώσεις του τύπου «θα τους τρίξουμε τα δόντια» μάς παγιδεύουν στις μεθοδεύσεις του Τούρκου προέδρου.  Μας αποπροσανατολίζουν από μια ενεργητική πολιτική και διπλωματία. Κι η χώρα μας έχει να επιδείξει πολλά θετικά αποτελέσματα της συγκεκριμένης σχολής. Αντιστρόφως υπέστη και τις αρνητικές συνέπειες της αδράνειας και της αδιέξοδης ρητορείας. 

Μεγάλη επιτυχία μας ήταν η Συμφωνία του Ελσίνκι, το 1999, επί κυβέρνησης Κώστα Σημίτη. Για πρώτη φορά οι διαφορές μας με την Τουρκία βρέθηκαν κάτω από την ευρωπαϊκή ομπρέλα, αναζητώντας τον δρόμο της ειρηνικής συνύπαρξης. Το αντίθετο συνέβη στο Μακεδονικό, όπου σχεδόν στο σύνολό του το κομματικό σύστημα εγκλωβίστηκε σε εθνικιστικές δοξασίες, στο πλαίσιο του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. 

Ακούγοντας, λοιπόν, τις πρόσφατες δηλώσεις της Φώφης Γεννηματά, ο κόσμος που διαχρονικά στήριζε το ΠΑΣΟΚ θα αναρωτιέται: Ποια σχέση έχουν τα όσα υποστηρίζει με την Ιστορία και την προσφορά του κόμματος που άσκησε μια εξωστρεφή και δημιουργική πολιτική και διπλωματία; 

Η αρχηγός του ΚΙΝΑΛ δεν έκανε μόνο σημαία της το Συμβούλιο των Αρχηγών, το οποίο θεσμικά δεν υφίσταται, παραβλέποντας τις επιζήμιες επιπτώσεις που αυτό είχε όταν πραγματοποιήθηκε για ένα άλλο θέμα εξωτερικής πολιτικής. Το χειρότερο, καταφεύγει σε κορώνες που κάλλιστα θα μπορούσε να εκτοξεύσει ο Πάνος Καμένος. Όπως χαρακτηριστικά αποφάνθηκε: «Ο πρωθυπουργός κάτι κρύβει, θέλοντας να είναι το ‘καλό παιδί’ του συστήματος». Παραδοξολογία δε συνιστά και το ότι ενώ πριν από λίγο καιρό τασσόταν υπέρ της Χάγης, λίγο μετά αρνήθηκε την οποιαδήποτε πρωτοβουλία, διατεινόμενη πως «δεν έχουμε τίποτα να βρούμε με τους Τούρκους».

Οι θέσεις που υιοθετεί κάποιος για την εξωτερική πολιτική στην ουσία είναι δείκτης προοδευτικού ή συντηρητικού προσανατολισμού του. Η εσωστρέφεια, τα φοβικά σύνδρομα αποπνέουν παρελθόν. Πόσω μάλλον η συντήρηση της μισαλλοδοξίας. Το ΚΙΝΑΛ που αρέσκεται να εμφανίζεται ως έκφραση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, στην πράξη απέχει παρασάγγας από την κουλτούρα της.



 

* Συμβούλου Στρατηγικής και Επικοινωνίας. 

Προέδρου & Διευθύνοντος Συμβούλου της POLITY A.E.


 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση